Από τις αρχές Δεκεμβρίου του 1942, άρχισε η προέλαση της 8ης Βρετανικής Στρατιάς προς την Τρίπολη, που καταλήφθηκε την 21η Ιανουαρίου 1943. Τα στρατεύματα του Άξονα αποσύρθηκαν στην Τυνησία.

Γι αυτόν τον λόγο, οι ποσότητες εφοδίων που στάλθηκαν τον Δεκέμβριο στην Τριπολίτιδα ήταν μικρές, 13.000 τόνοι περίπου. Απ’ αυτές χάθηκαν από εχθρικές ενέργειες το 52%. Αρκετά από αυτά τα εφόδια μεταφέρθηκαν με υποβρύχια, από τα οποία 2 χάθηκαν κατά την εκτέλεση αυτών των αποστολών.

Κατά την εκκένωση της Βεγγάζης και της Τρίπολης από τον Άξονα, καταστράφηκαν με επιμέλεια οι λιμενικές εγκαταστάσεις. Γύρω στα 20 μικρά πλοία που βρίσκονταν στην Τρίπολη βυθίστηκαν με εχθρική ενέργεια, ένας αντίστοιχος αριθμός όμως μικρών πλοίων κατόρθωσε να διαφύγει στη Τυνησία, όπου και χρησιμοποιήθηκαν.

Στους 30 μήνες που μεσολάβησαν από τη κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία μέχρι την οριστική εκκένωση της Λιβύης από τον Άξονα, οι τύχες των επιχειρήσεων στη ξηρά των δυο αντιπάλων εξαρτήθηκαν από τις δυνατότητες του θαλάσσιου ανεφοδιασμού τους. Αυτές με τη σειρά τους ήταν άμεση συνάρτηση της κατάστασης που επικρατούσε στη Μάλτα. Όταν η βάση διέθετε αρκετές αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις οι απώλειες των ιταλικών μεταφορών προς την Λιβύη έφθαναν στο μέγιστο, ενώ σχεδόν μηδενίζονταν στις περιόδους που οι εχθρικές αεροπορικές επιθέσεις καθιστούσαν αδύνατη τη χρησιμοποίηση της βάσης.

Κατά τη χρονική αυτή περίοδο φορτώθηκαν συνολικά στην Ιταλία για την Λιβύη 2.245.381 τόνοι εφοδίων, από τα οποία περίπου 600.000 τόνοι υγρά καύσιμα και έφθασαν στον προορισμό τους 1.929.955 τόνοι. Επομένως, οι απώλειες της θαλάσσιας μεταφοράς έφθασαν κατά μέσο όρο σε 14%. Μεταφέρθηκαν εξάλλου 211.719 άνδρες από τους οποίους έφθασαν οι 197.326, δηλαδή με απώλειες 6,8%, πολλοί όμως από τους ναυαγούς διασώθηκαν και ξαναγύρισαν στην Ιταλία.

Για τις μεταφορές αυτές σχηματίστηκαν 883 σημαντικές νηοπομπές, χωρίς να περιλαμβάνονται οι πολυάριθμοι πλόες μικρών μονάδων. Οι μισές από αυτές τις νηοπομπές δέχτηκαν μια τουλάχιστον εχθρικά επίθεση. 220 νηοπομπές περίπου προσβλήθηκαν από υποβρύχια και 294 από αεροπλάνα. Τα εμπορικά πλοία που χάθηκαν κατά τους πλόες αυτούς, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που εκτελούσαν ακτοπλοϊκή υπηρεσία μεταξύ της Τριπολίτιδας και της Κυρηναϊκής, έφθασαν τα 342 με συνολικό εκτόπισμα 1.299.777 τόνους. Αυτό το εκτόπισμα, στο οποίο δεν συμπεριλαμβάνονται και τα πολυάριθμα πλοία που έπαθαν βλάβες, αντιπροσωπεύει το 60% του ιταλικού εμπορικού στόλου στη Μεσόγειο στις αρχές του πολέμου.

Τα ιταλικά πολεμικά πλοία που χάθηκαν κατά την εκτέλεση αποστολών ανεφοδιασμού της Λιβύης ή στα λιμάνια της, φθάνουν τα 4 εύδρομα, 14 αντιτορπιλικά, 12 αντιτορπιλικά συνοδείας, 10 υποβρύχια και 47 μικρότερα ή βοηθητικές μονάδες. Οι αντίστοιχες απώλειες προσωπικού έφθασαν στους 11.400 άνδρες, δηλ. στο 75% του συνόλου των απωλειών του Ιταλικού Ναυτικού μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου 1943. Οι απώλειες ανδρών του εμπορικού ναυτικού ανέρχονται σε 1.892. Τέλος, με πλωτά νοσοκομεία στάλθηκαν από την Λιβύη στην Ιταλία 90.000 τραυματίες και ασθενείς, ενώ 2 από αυτά τα πλοία βυθίστηκαν από την εχθρική αεροπορία.

Οι πιο άνω επίσημες ιταλικές στατιστικές δείχνουν ότι είναι αστήριχτες οι κατηγορίες των γερμανών, ότι το Ιταλικό Ναυτικό δεν έκανε το καθήκον του για τον ανεφοδιασμό των στρατευμάτων του Άξονα στη Βόριο Αφρική. Συγχρόνως όμως, το μικρό σχετικά ποσοστό απωλειών δείχνει ότι, παρά τις αναγνωρισμένες ικανότητες του προσωπικού του Βρετανικού Ναυτικού και της Αεροπορίας, οι δυνάμεις που διέθεταν οι Σύμμαχοι δεν ήταν αρκετές για να φέρουν σε πέρας συγχρόνως απόλυτα ικανοποιητικά τις αποστολές τους για την εξασφάλιση των φιλικών μεταφορών και την απαγόρευση των εχθρικών.

Οποια αξία και αν έχει το έμψυχο υλικό, η απόδοσή του είναι αναγκαστικά περιορισμένη όταν δεν διαθέτει και επαρκή και κατάλληλα μέσα. Αυτό είχαν ξεχάσει και εκείνοι που μεμψιμοιρούσαν στη χώρα μας επειδή το Ελληνικό Ναυτικό, με ασύγκριτα φτωχότερα μέσα, δεν πέτυχε τη διακοπή των ιταλικών μεταφορών προς την Αλβανία.»