«Προκειμένου να δημιουργηθεί δεύτερο μέτωπο το συντομότερο δυνατόν,  οι Αμερικάνοι πρότειναν να δημιουργηθεί από το 1942 ένα προγεφύρωμα στη Δυτική Ευρώπη με απόβαση στη Βόρειο Γαλλία και το επόμενο έτος να αναληφθεί επιχείρηση μεγάλης κλίμακας σ’ αυτή τη περιοχή.  Αντίθετα, οι Βρετανοί χαρακτήριζαν πρόωρη αυτή την ενέργεια και αντιλαμβανόμενοι τη σημασία της Μεσογείου για την εξέλιξη του όλου πολέμου, επέμεναν να προηγηθεί η εκκαθάριση της κατάστασης στη Μεσόγειο.

Έτσι τελικά συμφωνήθηκε να διενεργηθεί το φθινόπωρο του 1942 η απόβαση στη Βόρειο Αφρική.

Σύμφωνα με το σχέδιο που καταρτίστηκε, με την αρχική απόβαση θα δημιουργούνταν προγεφύρωμα, αφενός μεν στη Δυτική Μεσόγειο, στη περιοχή της Αλγερίας, και αφετέρου στη ακτή του Μαρόκου προς τον Ατλαντικό.  Στη συνέχεια θα γίνονταν συντονισμένη εκμετάλλευση αυτών των προγεφυρωμάτων, για να εξασφαλιστεί ο έλεγχος στο γαλλικό Μαρόκο, στην Αλγερία και στη Τυνησία, με τελικό σκοπό την εκμηδένιση των στρατευμάτων του Άξονα στη Βόρειο Αφρική.

Επειδή δεν υπήρχαν διαθέσιμες αρκετές δυνάμεις για συγχρονισμένη απόβαση σε όλα τα λιμάνια της γαλλικής Βόρειας Αφρικής και για να αποφευχθεί η αποστολή ναυτικών δυνάμεων στην ιδιαίτερα επικίνδυνη περιοχή της Μπιζέρτας, αποφασίστηκε αρχικά να καταληφθούν στη μεσογειακή ακτή το Οράν και το Αλγέρι και στην ακτή του Μαρόκου η Καζαμπλάνκα και το Σάφι.

Όταν οι Σύμμαχοι αποφάσιζαν αυτή την επιχείρηση την θεωρούσαν πολύ ριψοκίνδυνη για διάφορους λόγους.  Μεταξύ άλλων, οι δυνάμεις ξηράς που μπορούσαν να διατεθούν ήταν σχετικά ολιγάριθμες, τυχόν καθυστέρηση λόγω καιρικών συνθηκών της απόβασης θα έφερνε απώλεια του πλεονεκτήματος του αιφνιδιασμού και ήταν άγνωστη η αντίδραση των γαλλικών δυνάμεων στη περιοχή.  Είναι ακόμα πιθανό οι Σύμμαχοι να μην γνώριζαν καλά τις αδυναμίες του Άξονα στη Μεσόγειο, που έχουμε προαναφέρει [βλέπε: «Η βρετανική αντεπίθεση στη Βόρειο Αφρική» ], και την αναγκαστική ακινησία του Ιταλικού Στόλου μάχης.

Πάντως, οι ναυτικές δυνάμεις που διατέθηκαν για την επιχείρηση ήταν πολύ ισχυρές και είχαν κατανεμηθεί σε 3 ομάδες.  Η πρώτη, εξ ολοκλήρου αμερικανική, προορίζονταν για το Μαρόκο, διέθετε 3 θωρηκτά, 5 αεροπλανοφόρα, 6 εύδρομα, 40 περίπου αντιτορπιλικά και διάφορα άλλα μικρά πλοία  και μ’ αυτήν θα μεταφέρονταν στρατεύματα 35.00 ανδρών.  Η δεύτερη ομάδα που θα διενεργούσε την απόβαση στη περιοχή του Οράν, μετέφερε 39.000 άνδρες του αμερικανικού στρατού που είχαν επιβιβαστεί στην Αγγλία  και περιλάμβανε 1 θωρηκτό, 1 αεροπλανοφόρο, 2 αεροπλανοφόρα συνοδείας, 1 α/α εύδρομο, 13 αντιτορπιλικά και άλλα μικρά πλοία.  Τέλος, η ομάδα που είχε προορισμό το Αλγέρι μετέφερε από την Αγγλία  33.000 άνδρες, Βρετανούς και Αμερικάνους, και διέθετε 2 αεροπλανοφόρα, 3 εύδρομα, 1 μονίτορα, 3 α/α πλοία , 13 αντιτορπιλικά και διάφορα μικρά πλοία.  Εκτός από αυτά, υπήρχε στη Μεσόγειο δύναμη κάλυψης από 2 θωρηκτά, 1 καταδρομικό μάχης, 2 αεροπλανοφόρα, 4 ελαφρά εύδρομα και 17 αντιτορπιλικά.

Την αρχηγία όλων των συμμαχικών ναυτικών δυνάμεων είχε ο Ναύαρχος Cunningham, κάτω από τις διαταγές του Στρατηγού Eisenhower, Γενικού Αρχηγού των συμμαχικών δυνάμεων και των 3 Όπλων.

Οι δυο ομάδες που είχαν προορισμό τη Μεσόγειο, διέπλευσαν το Στενό του Γιβραλτάρ τη νύχτα της 5-6 Νοεμβρίου και οι πρώτες αποβάσεις στο Αλγέρι και στο Οράν έγιναν τη νύχτα της 7-8 Νοεμβρίου 1942.  Χάρις στα μέτρα που είχαν ληφθεί οι δυο ομάδες έφθασαν στον προορισμό τους, χωρίς καθόλου να ενοχληθούν από τον εχθρό.  Ο σοβαρότερος κίνδυνος θα προέρχονταν από τα εχθρικά υποβρύχια που δρούσαν στον Ατλαντικό.  Επειδή όμως ο Άξονας θεωρούσε σαν πιθανότερο σημείο απόβασης το Ντακάρ, τα υποβρύχια είχαν συγκεντρωθεί σ’ εκείνη τη περιοχή.  Όταν έγινε αντιληπτό ότι η απόβαση θα γίνονταν στις ακτές της Αλγερίας, συγκεντρώθηκαν στη περιοχή 30 περίπου υποβρύχια, αλλά η αντίδρασή τους υπήρξε ασήμαντη, όπως κι αυτή της εχθρικής αεροπορίας.

Η μόνη μικρής διάρκειας αντίσταση που προβλήθηκε ήταν από τις γαλλικές δυνάμεις και ιδιαίτερα από το Ναυτικό.  Ήταν όμως μια αντίσταση μάλλον άψυχη, διότι για τους ανθιστάμενους δημιουργούταν τραγικό πρόβλημα συνείδησης σχετικά με το πραγματικό τους καθήκον.  Άλλωστε, με όση θέρμη κι αν αντιστέκονταν οι γαλλικές δυνάμεις, θα μπορούσαν μεν να προκαλέσουν μερικές ζημιές στους Συμμάχους, αλλά η δυσαναλογία των μέσων που διέθεταν ήταν τέτοια, ώστε η αντίστασή τους δεν θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική.   Αν αντιστάθηκε κυρίως το Ναυτικό – τόσο με τα πλοία όσο και με τα παράκτια πυροβολεία – , αυτό πρέπει να αποδοθεί στις πρόσφατες αναμνήσεις από τις θλιβερές και πολύνεκρες συγκρούσεις με το Βρετανικό στο Mers-el-Kébir, στο Dakar και στη Συρία.

Έχοντας προβλέψει αυτό οι Σύμμαχοι, είχαν προσπαθήσει – τουλάχιστον στο πρώτο κύμα απόβασης – να δώσουν τη μορφή επιχείρησης κυρίως αμερικανικής και είχε γίνει σχετική προετοιμασία του εδάφους από τους Αμερικάνους.  Όπως όμως αποδείχτηκε στη πράξη,  αυτό το μέτρο δεν υπήρξε πολύ αποδοτικό, διότι η μεγαλύτερη αντίσταση προβλήθηκε στη Καζαμπλάνκα, όπου η επιχείρηση ήταν καθαρά αμερικανική.

Στη περιοχή του Αλγερίου, τα τμήματα που αρχικά αποβιβάστηκαν σε 3 παραλίες δεν συνάντησαν ουσιαστική αντίσταση, αλλά παρατηρήθηκε αρκετή αταξία που οφείλονταν στην έλλειψη επαρκούς προπαρασκευής για αμφίβιες επιχειρήσεις.  Όμως, όταν 2 αντιτορπιλικά που μετέφεραν αμερικανικά στρατεύματα επιχείρησαν να μπουν στο λιμάνι για να προλάβουν καταστροφή των εγκαταστάσεών του, βλήθηκαν με σφοδρότητα από τα ναυτικά πυροβολεία.  Το ένα, που χτυπήθηκε στο λεβητοστάσιο, αναγκάστηκε να αποσυρθεί χωρίς να μπει στο λιμάνι.  Το άλλο, πέτυχε μεν να μπει και να αποβιβάσει στρατιωτικό τμήμα, αλλά χτυπήθηκε στη συνέχεια από τα πυροβολεία, έπαθε σημαντικές ζημιές και με δυσκολία μπόρεσε να αποπλεύσει και αργότερα βυθίστηκε. Το τμήμα που αποβιβάστηκε στη ξηρά αιχμαλωτίστηκε.  Όμως, μέχρι το απόγευμα τα πυροβολεία εξουδετερώθηκαν από βομβαρδισμούς από αέρα και θάλασσα.

Σύντομα καταλήφθηκαν και τα δυο αεροδρόμια κοντά στη πόλη και χρησιμοποιήθηκαν από τα βρετανικά αεροπλάνα.  Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου 1942  κάθε αντίσταση από τους Γάλλους σταμάτησε, μετά από εντολή του Γάλλου Αρχιναυάρχου Darlan που βρέθηκε στο Αλγέρι.

Κατά τη διάρκεια της 8ης Νοεμβρίου, οι μόνες αντιδράσεις του Άξονα ήταν ο τορπιλισμός ενός μεταγωγικού από ένα υποβρύχιο, που όμως μπόρεσε να συνεχίσει τον πλου του και αεροπορική επίθεση γύρω στο λυκόφως, κατά την οποία προκλήθηκαν ζημιές σε 1 αντιτορπιλικό και σε 2 μεταγωγικά.

Στη περιοχή του Οράν, η απόβαση έγινε επίσης σε 3 σημεία. Σ’ ένα από αυτά, στο λιμάνι Arzew, ο αιφνιδιασμός ήταν απόλυτος, τα πλοία εισέπλευσαν ελεύθερα και από το απόγευμα της 8ης έπαυσε κάθε αντίσταση.  Στις άλλες δυο ακτές αποβίβασης, αυτή μεν έγινε χωρίς αντίσταση, αλλά τα τμήματα που αποβιβάστηκαν συνάντησαν αρκετή αντίσταση που συνεχίστηκε κι όλη την επόμενη ημέρα.

Οι 2 ακταιωροί που εισήλθαν στο λιμάνι του Οράν με αμερικανικά τμήματα βυθίστηκαν και το προσωπικό τους συνελήφθηκε από τα γαλλικά πλοία που ήταν αγκυροβολημένα εκεί.  3 γαλλικά αντιτορπιλικά επιχείρησαν μια παράτολμη έξοδο από το λιμάνι, βρέθηκαν μπρος σ’ ένα βρετανικό εύδρομο και σε αντιτορπιλικά και δεν άργησαν να βυθιστούν.  Άλλα 2 βυθίστηκαν το πρωί της επομένης από 2 βρετανικά εύδρομα.  Τα συμμαχικά μεταγωγικά χτυπήθηκαν από το φρούριο του Mers-el-Kébir, που τελικά σίγησε κάτω από το πυρ του θωρηκτού HMS RODNEY. Κατά τη διάρκεια της 8ης Νοεμβρίου καταλήφθηκαν και τα 2 αεροδρόμια της περιοχής.  Σ’ αυτά υπήρχε αρκετός αριθμός γαλλικών αεροσκαφών που ήταν έτοιμα για δράση, αλλά τα περισσότερα από αυτά καταστράφηκαν επί του εδάφους από αεροπλάνα των αεροπλανοφόρων.  Το πρωί της 10ης Νοεμβρίου μπήκαν στη πόλη του Οράν μηχανοκίνητες μονάδες και οι Γάλλοι συνθηκολόγησαν, αφού όμως προηγούμενα είχαν προκαλέσει σημαντικές ζημιές στις λιμενικές εγκαταστάσεις και βυθίσει πλοία στο λιμάνι.

Τις αμέσως επόμενες ημέρες καταλήφθηκαν με απόβαση, χωρίς αντίσταση, τα λιμάνια της Bougie και Bone.  Για την από αέρα κάλυψη με καταδιωκτικά αυτών των δυο αποβάσεων, είχε προβλεφτεί και η κατάληψη με απόβαση ενός αεροδρομίου που βρίσκονταν περί τα 30 μίλια ανατολικά της Bougie.   Λόγω όμως της κατάστασης της θάλασσας, αυτή η τελευταία απόβαση έγινε μόνο την 13η Νοεμβρίου και κατά τις δυο ημέρες που μεσολάβησαν χωρίς κάλυψη η αεροπορία του Άξονα επέφερε αρκετές ζημιές στους Συμμάχους.  3 Μεταγωγικά και ένα βοηθητικό α/α πλοίο βυθίστηκαν και χτυπήθηκε ο μόνιτορ που συνόδευε τη ναυτική δύναμη.

Η διενέργεια αποβάσεων στις ανοιχτές παραλίες του Μαρόκου στον Ατλαντικό ήταν δυσκολότερη, διότι εξαρτιόταν απόλυτα από την καιρική κατάσταση.  Ο καιρός όμως ευνόησε τους Συμμάχους και έτσι αυτές οι αποβάσεις συγχρονίστηκαν με τις υπόλοιπες.  Όμως στη περιοχή αυτή η αντίδραση των γαλλικών ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων υπήρξε πολύ πιο έντονη.   Τα γαλλικά πλοία πολέμησαν με αποφασιστικότητα κατά πολύ πιο ισχυρών δυνάμεων, μάλιστα το θωρηκτό JEAN BART που βρίσκονταν στη ναυτική βάση εξακολούθησε να βάλει και αφού είχε μισοβυθιστεί και προσαράξει πάνω στο βυθό.   Οι απώλειες των Γάλλων υπήρξαν βαριές.  Το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου η αντίσταση είχε εξουδετερωθεί και ολοκληρώθηκε η απόβαση.  Τις δυο επόμενες ημέρες όμως, τα υποβρύχια του Άξονα  βύθισαν 3 μεταγωγικά και προξένησαν ζημιές σε 1 αντιτορπιλικό κα σε 1 πετρελαιοφόρο.

Όπως και κατά τις αποβάσεις στη μεσογειακή ακτή, παρατηρήθηκε μεγάλη αταξία και σύγχυση που οφείλονταν στην έλλειψη εξάσκησης και αρκετά αποβατικά χάθηκαν.  Οι Σύμμαχοι διδάχτηκαν πολλά από αυτή την επιχείρηση που υπήρξαν πολύ χρήσιμα κατά τις μεγάλες κλίμακας αμφίβιες επιχειρήσεις που αναλήφθηκαν αργότερα.

Με την επέμβαση του Ναύαρχου Darlan, που ενήργησε χωρίς την έγκριση της Κυβέρνησης του Vichy την οποία εκπροσωπούσε, από το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου 1942 έπαυσε κάθε αντίσταση των Γάλλων σε όλη τη περιοχή και οι Σύμμαχοι μπορούσαν, με εξασφαλισμένα πια τα μετόπισθεν, να συνεχίσουν την προέλαση τους προς την Τυνησία.  Όταν μάλιστα την επομένη, την 11η Νοεμβρίου, οι Γερμανοί εισήλθαν στην ελεύθερη ζώνη του γαλλικού μητροπολιτικού εδάφους, ο Γάλλος Ναύαρχος κάλεσε τον Στόλο της Τουλόν να αποπλεύσει και να κατευθυνθεί στην Δυτική Αφρική.  Όπως όμως είναι γνωστό, δεν εισακούστηκε και ελάχιστα μόνο πλοία διέφυγαν.

Το αρχικό σχέδιο των Συμμάχων πρόβλεπε ταχεία προέλαση για κατάληψη των λιμανιών της Μπιζέρτας και της Τύνιδας.  Πράγματι, παρά τις παρατηρούμενες δυσκολίες από την έλλειψη επαρκών μεταφορικών μέσων και των καταρρακτωδών βροχών, η 1η Βρετανική Στρατιά προχώρησε ανατολικά αλλά αναγκάστηκε  να διακόψει τη προέλαση περί τα 35 μίλια δυτικά της Μπιζέρτας, διότι δεν διέθετε επαρκείς δυνάμεις για περαιτέρω επιχειρήσεις.  Ως προχωρημένη βάση της Στρατιάς χρησιμοποιήθηκε το λιμάνι της Bone, που διέθετε και καλό αεροδρόμιο.  Επειδή μάλιστα αυτό το λιμάνι βρίσκονταν κοντά στις εχθρικές βάσεις ανεφοδιασμού από θάλασσα της Μπιζέρτας και της Τύνιδας, ήταν κατάλληλο και για ορμητήριο ελαφρών δυνάμεων για διεξαγωγή νυχτερινών επιχειρήσεων κατά των γραμμών εφοδιασμού του εχθρού.

Χρησιμοποιήθηκε λοιπόν ως βάση δύναμης εύδρομων και αντιτορπιλικών, που προκάλεσε σημαντικές ζημιές στις μεταφορές του Άξονα.   Όπως όμως ήταν επόμενο, και ο αντίπαλος, αντιλαμβανόμενος τη στρατηγική σημασία της βάσης εκτελούσε καθημερινές αεροπορικές επιθέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του Νοεμβρίου τουλάχιστον, όταν διέθετε ακόμα τοπική υπεροχή στον αέρα.  Σε μια τέτοια επίθεση χτυπήθηκε καίρια ένα βρετανικό αντιτορπιλικό.»