«Μετά την αποτυχία της απόπειρας ανεφοδιασμού της Μάλτας τον Ιούνιο του 1942,  τον Ιούλιο μόνον η ναρκοθέτιδα HMS WELSHMAN κατάφερε να διαφύγει από την επαγρύπνηση των εχθρικών αεροναυτικών δυνάμεων και να εκτελέσει ένα μοναδικό πλου και να μεταφέρει μερικές εκατοντάδες τόνους εφοδίων.  Έτσι, μπρος στην επιτακτική ανάγκη αποστολής εφοδίων στη νήσο και παρά τα καταστρεπτικά αποτελέσματα της επιχείρησης του Ιουνίου [βλέπε:  Η επιχείρηση ανεφοδιασμού της Μάλτας του Ιουνίου 1942 ], οι Βρετανοί αποφάσισαν να την επαναλάβουν τον Αύγουστο του 1942.

HMS WELSHMAN

 Επειδή όμως αγνοούσαν ότι η κύρια δύναμη  του Ιταλικού Στόλου βρίσκονταν σχεδόν σε ακινησία, λόγω έλλειψης καυσίμων, εγκατέλειψαν την ιδέα του ανεφοδιασμού από ανατολικά και συγκέντρωσαν όλες τις διαθέσιμες ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις του για τη μεταφορά νηοπομπής από την Αγγλία, μέσω του Στενού του Γιβραλτάρ.

Η νηοπομπή αποτελούνταν από 14 εμπορικά πλοία και προστατεύονταν από 2 θωρηκτά, 4 αεροπλανοφόρα, 7 εύδρομα και 25 αντιτορπιλικά.  Τα πλοία αυτά πέρασαν από το Γιβραλτάρ σε ομάδες μεταξύ 9 και 10 Αυγούστου και την αυγή της 11ης οι διάφορες ομάδες συνενώθηκαν νότια των Βαλεαρίδων και πήραν πορεία προς την άκρα Bon της Τυνησίας.

Οι Ιταλοί πληροφορήθηκαν έγκαιρα τη παρουσία της νηοπομπής και λόγω της ισχύος της δύναμης που την προστάτευε επιβάλλονταν η χρησιμοποίηση εναντίον της όλης της κυρίας δύναμης του Ιταλικού Στόλου, την οποία όμως καθιστούσε αδύνατη η έλλειψη καυσίμων.  Αποφάσισαν λοιπόν να αναλάβουν επίθεση αφενός με όλες τις διαθέσιμες ελαφρές ναυτικές μονάδες και με μερικά εύδρομα και αφετέρου με αεροπορικές δυνάμεις. Έλαβαν λοιπόν τα εξής μέτρα:

Ιταλικά και γερμανικά υποβρύχια αναπτύχθηκαν μεταξύ Βαλεαρίδων και Τυνησίας, ενώ άλλη ομάδα υποβρυχίων συγκεντρώθηκε ΒΔ της άκρας Bon όπου θα δρούσαν σε συνεργασία με βομβαρδιστικά.  Ποντίστηκε σειρά προσωρινών ναρκοπέδιων κοντά στην άκρα Bon.  Τορπιλάκατοι θα συγκεντρώνονταν κατά μήκος της πορείας της νηοπομπής, μεταξύ της άκρας Bon και της νήσου Παντελαρίας. Τέλος, δύναμη από 6 εύδρομα (3 βαριά και 3 ελαφρά) και 11 αντιτορπιλικά θα ήταν έτοιμη για επέμβαση νότια της Παντελαρίας, για να συμπληρώσουν τις καταστροφές που θα έφερναν όλα τα άλλα μέτρα.  Όπως όμως θα δούμε στη συνέχεια, η τελευταία αυτή δύναμη περιέργως ανακλήθηκε για λόγους που όσο βάσιμοι κι αν θεωρηθούν, θα μπορούσαν σε κάθε περίπτωση να είχαν προβλεφτεί.  Τα υπόλοιπα, πάντως, μέτρα των Ιταλών αποδείχτηκαν πολύ αποτελεσματικά.

Την αυγή της 11ης Αυγούστου εκδηλώθηκε η πρώτη επίθεση ιταλικού υποβρυχίου κατά αεροπλανοφόρου με άγνωστα αποτελέσματα.  Το απόγευμα γερμανικό υποβρύχιο είχε λαμπρή επιτυχία βυθίζοντας το αεροπλανοφόρο HMS EAGLE. Τη νύχτα της ίδιας ημέρας ιταλικό υποβρύχιο επιτέθηκε με άγνωστα αποτελέσματα κατά του αεροπλανοφόρου HMS FURIOUS το οποίο αφού είχε απονηόσει αεροπλάνα για τη Μάλτα, επέστρεφε στο Γιβραλτάρ.  Το υποβρύχιο βυθίστηκε αύτανδρο από αντιτορπιλικό που συνόδευε το αεροπλανοφόρο.

HMS EAGLE

Από το πρωί της 12ης Αυγούστου άρχισαν οι αεροπορικές επιθέσεις κατά της νηοπομπής νότια της Σαρδηνίας.   Κατά τη διάρκεια αυτών των επιθέσεων έπαθαν βλάβες το αεροπλανοφόρο HMS INDOMITABLE, το πλοίο ανεφοδιασμού Deucalion καθώς και 1 αντιτορπιλικό, που βλήθηκε από τορπιλοπλάνο και το οποίο την επομένη εγκαταλείφθηκε και αυτοβυθίστηκε.  Το απόγευμα η νηοπομπή δέχτηκε τις επιθέσεις των υποβρυχίων που περιπολούσαν ΒΔ της άκρας Bon, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.  Τουναντίον, ένα από τα υποβρύχια βυθίστηκε από αντιτορπιλικό.

HMS INDOMITABLE

Γύρω στις 19:00 της 12ης Αυγούστου, ως συνήθως το κύριο σώμα της βρετανικής δύναμης ανέστρεψε πορεία προς Γιβραλτάρ, ενώ η υπόλοιπη νηοπομπή συνέχισε τη πορεία της προς την άκρα  Bon.   Αυτή τη φορά όμως η κοντινή συνοδεία ήταν ισχυρότερη απ’ ότι συνήθως, αποτελούνταν από 3 εύδρομα, 1 μικρό α/α εύδρομο και 10 αντιτορπιλικά.   Μέχρι εκείνη τη στιγμή από τα 14 πλοία ανεφοδιασμού, τα 13 ήταν άθικτα και μόνο Deucalion που είχε βληθεί από βόμβες ακολουθούσε σε απόσταση με συνοδεία αντιτορπιλικού.

Μετά από λίγο όμως 2 ιταλικά υποβρύχια επιτέθηκαν κατά της νηοπομπής κοντά στην άκρα  Bon βάλλοντας 4 τορπίλες το καθένα.  Η επίθεση ήταν εξαιρετικά επιτυχής: χτυπήθηκαν το εύδρομο HMS NIGERIA, το α/α και 2 φορτηγά τα Ohio και Brisbane Star. Το HMS CAIRO βυθίστηκε και το HMS NIGERIA έπλευσε με μικρή ταχύτητα προς Γιβραλτάρ με συνοδεία 2 αντιτορπιλικών.

HMS NIGERIA

Τα 2 φορτηγά παρέμειναν ακίνητα και εγκαταλείφθηκαν από τη συνοδεία, αλλά αργότερα μετά από, πρόχειρες επισκευές έπλευσαν με ίδια μέσα.. Τα σύγχρονα αυτά πλήγματα είχαν όμως και γενικότερη επίδραση στη συνοχή της νηοπομπής. Για αρκετό χρονικό διάστημα  τα μισά συνοδά ασχολούνταν με την παροχή βοήθειας στα πλοία που είχαν χτυπηθεί. Το HMS NIGERIA και HMS CAIRO ήταν οι μόνες μονάδες που διέθεταν  κέντρο ελέγχου των φίλιων καταδιωκτικών. Τέλος, το HMS NIGERIA που ήταν αρχηγίδα διέθετε μέσα τηλεπικοινωνιών τα οποία δεν είχε το αντιτορπιλικό στο οποίο επέβει μετά τη καταβύθισή του ο Ναύαρχος που διοικούσε τη συνοδεία.

HMS CAIRO

Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, γύρω στις 20:30 ακολούθησε αεροπορική επίθεση με βομβαρδιστικά και τορπιλοπλάνα.  Δυο φορτηγά χτυπήθηκαν και αργότερα βυθίστηκαν, το ένα από υποβρύχια και το άλλο από τορπιλάκατο.  Μετά από λίγο υποβρύχιο τορπίλισε το εύδρομο HMS KENYA, αλλά ,μπόρεσε να συνεχίσει τον πλου του.   Γύρω στις 21:30, τορπιλοπλάνα βύθισαν το φορτηγό Deucalion που είχε μείνει πίσω από τη νηοπομπή, λόγω των βλαβών που του είχε προκαλέσει ο προηγούμενος βομβαρδισμός.

Γύρω στα μεσάνυχτα της 12ης προς την 13η, τα υπόλοιπα πλοία της νηοπομπής που είχαν πια διασκορπιστεί πέρασαν την άκρα Bon και μπήκαν στη περιοχή που περιπολούσαν 18 τορπιλάκατοι.  Αποδείχτηκε τότε, πόσο αποτελεσματικές μπορεί να είναι οι μικρές αυτές μονάδες σε περιοχές όπως το Στενό της Σικελίας, εφόσον βέβαια οι καιρικές συνθήκες επιτρέπουν τη χρησιμοποίησή τους.  Δυο ιταλικές τορπιλάκατοι βύθισαν το εύδρομο HMS MANCHESTER και στη συνέχεια εκτελέστηκαν περί τις δεκαπέντε επιθέσεις τορπιλακάτων κατά μεμονωμένων πια πλοίων, με αποτέλεσμα να βυθιστούν 4 φορτηγά.

Όταν την αυγή της 13ης ο Βρετανός Ναύαρχος συγκέντρωσε τα πλοία που περίσσεψαν, από τα 14 πλοία ανεφοδιασμού μόνο 3 ήταν εν όψει.  Το 8 είχαν βυθιστεί, το Dorset είχε απομακρυνθεί προς Βορρά και από τα δυο πλοία που είχαν πληγεί –αλλά δεν είχαν βυθιστεί- από τορπίλη υποβρυχίου το βράδυ της προηγουμένης ημέρας, το μεν Ohio βρισκόταν πολύ πιο πίσω από την νηοπομπή, το δε Brisbane Star είχε πλεύσει μεμονωμένο προς Μάλτα, έχοντας ακολουθήσει πολύ διαφορετική πορεία από την νηοπομπή.

Με την έξυπνη αυτή ενέργεια αυτό το τελευταίο κατόρθωσε να φθάσει στον προορισμό του απαρατήρητο και χωρίς άλλες ζημιές, είκοσι τέσσερις ώρες μετά τα άλλα πλοία.   Από τα πλοία της συνοδείας είχαν απομείνει, από τα 4 εύδρομα μόνο το HMS KENYA και αυτό έχοντας πληγεί από τορπίλη, καθώς και 5 αντιτορπιλικά, ενώ τα υπόλοιπα είχαν σταλεί στο Γιβραλτάρ με τους επιζώντες των πλοίων που είχαν βυθιστεί.

Στο μεταξύ όμως, η συνοδεία είχε ενισχυθεί από το Γιβραλτάρ με το ελαφρύ εύδρομο HMS CHARYBDIS και 2 αντιτορπιλικά κι έτσι συνολικά περιλάμβανε 2 εύδρομα και 7 αντιτορπιλικά.

Το πρωί της 13ης η νηοπομπή δέχτηκε νέα αεροπορική επίθεση και βλήθηκαν το απομακρυσμένο προς βορρά φορτηγό Dorset, το οποίο τελικά βυθίστηκε, και το πετρελαιοφόρο Ohio. Αυτό το τελευταίο ρυμουλκήθηκε τελικά στη Μάλτα.  Στις 14:30, όταν η νηοπομπή βρίσκονταν κοντά στη Μάλτα και βρίσκονταν κάτω από ισχυρή κάλυψη καταδιωκτικών, τα συνοδά αποσύρθηκαν και παραλήφθηκε από ναρκαλιευτικά τα οποία και την οδήγησαν στο ορμητήριό της.  Τα συνοδά επέστρεψαν στο Γιβραλτάρ χωρίς άλλες ζημιές, αν και κατά τον πλου δέχτηκαν επιθέσεις από ναυτικές δυνάμεις και αεροπλάνα.

Έτσι, έφθασαν στη Μάλτα άθικτα τα 3 από τα πλοία ανεφοδιασμού και την επόμενη καταπλεύσανε και τα 2 που είχαν υποστεί βλάβες, τα Ohio και Brisbane Star. 

Για να φθάσει στον προορισμό του μόλις το ένα τρίτο των πλοίων ανεφοδιασμού, οι Βρετανοί έχασαν 1 αεροπλανοφόρο, 2 εύδρομα, 1 αντιτορπιλικό και 9 εμπορικά που βυθίστηκαν και έπαθαν ζημιές 1 αεροπλανοφόρο, 2 εύδρομα και 2 εμπορικά.  Το τίμημα ήταν βαρύ αλλά και με μόνο το τμήμα των εφοδίων που έφθασε η νήσος κρατήθηκε και ανεφοδιάστηκαν οι αεροπορικές δυνάμεις με καύσιμα, μέχρις ότου η ριζική μεταβολή της κατάστασης στη Μεσόγειο τον Νοέμβριο επέτρεψε τον ευχερή πια ανεφοδιασμό.

Κατά την ενδιάμεση αυτή περίοδο δεν χρειάστηκε να επαναληφθεί η πολυέξοδη αυτή επιχείρηση, στάλθηκαν μόνο μικρές ποσότητες εφοδίων με υποβρύχια και ταχείς ναρκοθέτιδες.  Μάλιστα, από τον Σεπτέμβριο έγινε και πάλι δυνατό να χρησιμοποιηθεί η βάση από δυνάμεις επιφάνειας, από εύδρομα και αντιτορπιλικά.

Οι μικρές ναυτικές μονάδες που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επιχείρηση έδρασαν πολύ καλά και είχαν μερικές λαμπρές επιτυχίες.  Ιταλικά υποβρύχια βύθισαν 1 εύδρομο και 2 εμπορικά και προκάλεσαν βλάβες σε 2 εύδρομα και σε 2 εμπορικά, ενώ γερμανικό υποβρύχιο βύθισε 1 αεροπλανοφόρο.  Τορπιλάκατοι βύθισαν 1 εύδρομο και 5 εμπορικά.  Εξάλλου, η αεροπορία βύθισε 1 αντιτορπιλικό και 2 εμπορικά και προξένησε βλάβες σε 1 αεροπλανοφόρο και 3 εμπορικά.  Οι ναυτικές απώλειες του Άξονα, σε αντιδιαστολή, ήταν μόνο 2 ιταλικά υποβρύχια.

Εν τούτοις, οι αεροναυτικές δυνάμεις του Άξονα δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν την καταστροφή των πλοίων ανεφοδιασμού και  σ’ αυτή την περίπτωση αυτό θα είχε μεγάλη επίδραση στην όλη εξέλιξη του αγώνα στη Μεσόγειο. Κατά πάσα πιθανότητα η καταστροφή θα είχε επιτευχθεί αν, όπως προβλέπονταν, μετά την αποσύνθεση της νηοπομπής με τα άλλα μέσα, είχαν χρησιμοποιηθεί εναντίον των πλοίων που διέφευγαν και μεγάλες ναυτικές μονάδες.

Πράγματι, σύμφωνα με όσα είχαν προσχεδιαστεί, 2 μοίρες ιταλικών εύδρομων και 11 αντιτορπιλικά είχαν αποπλεύσει από τη βάση τους και γύρω στις 19:00 της 12ης έπλεαν στη Κεντρική Τυρρηνική με εντολή την αυγή της επομένης να βρίσκονται στη περιοχή της Παντελαρίας.  Αυτά εντοπίστηκαν γύρω στο λυκόφως από την εχθρική αεροπορία, η οποία και τήρησε την επαφή μ’ αυτά.  Ο πλους αυτής της ναυτικής δύναμης συνεχίστηκε μέχρις τα μεσάνυχτα της 12ης-13η, οπότε αιφνίδια διατάχθηκε από τη Supermarina να επιστρέψει στη βάση της.  Για τη διαταγή αυτή παρέχονται οι εξής εξηγήσεις:

Λόγω της μεγάλης ενίσχυσης των αεροπορικών δυνάμεων της Μάλτας, επιβάλλονταν η διάθεση αποτελεσματικής προστασίας από αέρα των εύδρομων, ενώ συγχρόνως απαιτείτο η συνοδεία από καταδιωκτικά των βομβαρδιστικών που διατέθηκαν για την επιχείρηση.  Όμως, τα διαθέσιμα καταδιωκτικά δεν επαρκούσαν και για τους δυο σκοπούς και τέθηκε σε συζήτηση αν η συμπλήρωση της καταστροφής της εχθρικής νηοπομπής θα έπρεπε να ανατεθεί στο Ναυτικό ή την Αεροπορία, το καθένα από αυτά τα Όπλα διεκδικώντας αυτή την τιμή.

Έτσι, ενώ ήδη το βράδυ της 12ης η ναυτική δύναμη κατευθύνονταν για να εκτελέσει τις εντολές της, στη Ρώμη συνεχίζονταν οι συζητήσεις μεταξύ των διαφόρων ιταλικών και γερμανικών υπηρεσιών.  Όμως δεν υπήρξε συμφωνία κι έτσι το ζήτημα έφθασε στον Μουσολίνι που αποφάσισε υπέρ της Αεροπορίας και ακυρώθηκε η αποστολή των πλοίων.

Σχετικά με τα πιο πάνω, θα μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι εκείνη τη στιγμή η ολοσχερής παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού της στρατηγικής αυτής βάσης ήταν τέτοιας σημασίας, ώστε ήταν δικαιολογημένη η ανάληψη κάθε κινδύνου, όπως και οι Βρετανοί δεν δίστασαν μπρος σε καμιά θυσία για να τον πετύχουν.  Άλλωστε, αφού τα εύδρομα βρίσκονταν ήδη στην ανοιχτή θάλασσα και κατά την επιστροφή τους στη βάση τους ήταν εκτεθειμένα σε κινδύνους, όπως αποδείχτηκε και στη πράξη.

Το πρωί της 13ης, κοντά στις Αιολίους νήσους, βρετανικό υποβρύχιο έπληξε με τορπίλες το εύδρομο RN BOLZANO και 1 αντιτορπιλικό.  Στο εύδρομο προκλήθηκε φωτιά και επειδή απειλούνταν μια από τις πυριτιδαποθήκες του χρειάστηκε αυτή να κατακλυσθεί και να προσαράξει το εύδρομο σε μια νησίδα, απ’ όπου μόνο μετά από ένα μήνα μπόρεσε να ρυμουλκηθεί στη Νάπολη.  Και το αντιτορπιλικό έπαθε μεγάλες ζημιές, αλλά κατόρθωσε να πλεύσει με ίδια μέσα στη βάση του.

Ανεξάρτητα όμως από την πιο πάνω άποψη, προκαλείται και μια εύλογη απορία.  Εφόσον σαν βασική προϋπόθεση της ανάληψης της επιχείρησης από τα εύδρομα έμπαινε η εξασφάλιση της αεροπορικής τους κάλυψης, οι σχετικές συζητήσεις μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών και η λήψη αποφάσεων μπορούσαν να γίνουν προκαταβολικά και όχι τη στιγμή που επρόκειτο να δράσει η ναυτική δύναμη.  Αν μη τι άλλο, δεν θα σπαταλούνταν άσκοπα καύσιμα, των οποίων η έλλειψη ήταν τόσο αισθητή στο Ιταλικό Ναυτικό κατά την εποχή εκείνη.  Η περίπτωση αυτή αποτελεί ακόμα ένα παράδειγμα των δυσκολιών συντονισμού των ενεργειών του ναυτικού και της Αεροπορίας, όταν δεν διατίθεται ιδιαίτερη ναυτική αεροπορία.

Είναι ακόμα αξιοπαρατήρητο ότι επειδή τα βρετανικά πλοία διέθεταν ισχυρή αεροπορική κάλυψη, αν και για την επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν περί τα 800 αεροσκάφη του Άξονα (βομβαρδιστικά, τορπιλοπλάνα και καταδιωκτικά), τα αποτελέσματα που πέτυχαν αυτά δεν υπήρξαν ανάλογα προς το μέγεθος της αεροπορικής δύναμης που διατέθηκε.

——————————————————–

Αν όμως οι Βρετανοί συναντούσαν τόσο μεγάλες δυσκολίες για τον ανεφοδιασμό της Μάλτας, συνεχώς μεγαλύτερες γίνονταν και οι δυσκολίες ανεφοδιασμού των στρατευμάτων του Άξονα στη Λιβύη, λόγω της δράσης των εχθρικών υποβρυχίων και αεροπλάνων που είχε αυξηθεί.  Μάλιστα, οι επιθέσεις τους στρέφονταν κυρίως κατά των πετρελαιοφόρων.  Κατά τον Αύγουστο, κανένα από αυτά δεν έφθασε ανέπαφο στον προορισμό του.  Γι αυτόν τον λόγο έγινε και εντατική χρησιμοποίηση αντιτορπιλικών, υποβρυχίων και άλλων μικρών μονάδων, ακόμα και αποβατικών για τις μεταφορές υγρών καυσίμων και πυρομαχικών.

Παρά ταύτα, τον Αύγουστο έφθασαν στη Λιβύη περί τους 20.000 τόνοι εφοδίων και 22.500 τόνοι υγρών καυσίμων με μεγάλες όμως απώλειες, 25% και 41 % αντίστοιχα.  Τον Σεπτέμβριο τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα, διότι μεταφέρθηκαν συνολικά περί τους 77.000 τόνοι εφοδίων και καυσίμων, με απώλειες 20%.  Κατά τον Οκτώβριο όμως χάθηκε το 44% των εφοδίων που φορτώθηκαν και στη Λιβύη έφθασαν περίπου 46.000 τόνοι.  Όπως και προηγούμενα αναφέραμε, τα εφόδια που έφθαναν στα μετόπισθεν και βράδυναν να φθάσουν μέχρι το μέτωπο και αρκετές απώλειες είχαν κατά τη μεταφορά τους στη στεριά.

Παρά τις δυσκολίες αυτές, ο Ρόμελ επιχείρησε επίθεση την 1η Σεπτεμβρίου, αλλά αυτή αναχαιτίστηκε μέσα σε τέσσερις ημέρες.  Εξηγώντας την αποτυχία του έδωσε και πάλι σαν αφορμές –κατά σειρά- το νέο αντιαρματικό πυροβολικό και τα νέα άρματα μάχης του εχθρού, την μεγάλη εχθρική υπεροχή στον αέρα και την έλλειψη καυσίμων και πυρομαχικών.   Δεν φαίνεται συνεπώς δικαιολογημένη η γνώμη που εκφράστηκε από τον Ναύαρχο Doenitz, ότι ο μοναδικός υπεύθυνος της αποτυχίας του Άξονα στη Βόρεια Αφρική ήταν το Ιταλικό Ναυτικό.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ρόμελ είχε αντιληφθεί, τελικά, πόσο διαφορετική  θα ήταν η κατάσταση αν καταλαμβάνονταν η Μάλτα και περνώντας από την Ρώμη στο τέλος Σεπτεμβρίου, συνέστησε τότε την ανάληψη της επιχείρησης κατά της νήσου.  Ήταν όμως πια πολύ αργά και το μόνο που μπορούσε ακόμα να γίνει, ήταν η έγκαιρη υποχώρηση στη Βόρια Αφρική, σε μια οχυρή γραμμή, αλλά κι αυτό δεν έγινε.

Περί τα μέσα Σεπτεμβρίου , οι Βρετανοί ανέλαβαν μια πολυσύνθετη αμφίβια επιχείρηση με σκοπό να γίνουν για λίγο κύριοι των δυο σημαντικότερων λιμανιών της Κυρηναϊκής, της Βεγγάζης και του Τομπρούκ, και να καταστρέψουν τις λιμενικές εγκαταστάσεις, οχυρώσεις, αποθήκες εφοδίων, αεροδρόμια, κλπ.  Αν η επιχείρηση εξελίσσονταν όπως είχε σχεδιαστεί, τα αποτελέσματα θα ήταν καταστρεπτικά για τον Άξονα, διότι για μια μικρή περίοδο τουλάχιστον τα στρατεύματα του μετώπου θα απομονώνονταν.  Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος πάσης φύσεως δυνάμεις, ναυτικές, αεροπορικές, αποβατικές, ομάδες καταδρομών, μονάδες της ερήμου, κλπ. Η κύρια συνδυασμένη επιχείρηση έλαβε χώρα κατά του λιμανιού του Τομπρούκ, ενώ μονάδες της ερήμου προχωρούσαν από το εσωτερικό προς τα δυο λιμάνια.  Απ’ αυτές, αυτή που είχε προορισμό το Τομπρούκ κατόρθωσε να εισβάλλει αιφνιδιαστικά το βράδυ της 13ης Σεπτεμβρίου και να καταλάβει ένα πυροβολείο.  Έτσι, έγινε δυνατή και η απόβαση ομάδων καταδρομών με ακταιωρούς, ενώ άλλες αποβιβάζονταν πιο μακριά από 2 αντιτορπιλικά. Το άλλο όμως  πυροβολείο της στεριάς προέβαλε αντίσταση και η ναυτική φρουρά της βάσης κατόρθωσε να αποκρούσει τους εισβολείς και να τους αναγκάσει να αποσυρθούν τις πρώτες πρωινές ώρες, χωρίς να μπορέσουν να επιφέρουν καμιά καταστροφή στις εγκαταστάσεις. Τα μικρά ιταλικά πλοία που βρίσκονταν στο λιμάνι έβαλαν  κατά των ακταιωρών και τους προκάλεσαν ζημιές. Τα 2 αντιτορπιλικά χτυπήθηκαν από τα παράκτια πυροβολεία και βυθίστηκαν, καθώς και κάποιες από τις ακταιωρούς. Τέλος, κατά την αποχώρηση των ναυτικών δυνάμεων προς την Αλεξάνδρεια, η γερμανική αεροπορία βύθισε το α/α εύδρομο HMS COVENTRY και προκάλεσε ζημιές σ’ ένα αντιτορπιλικό.

HMS COVENTRY

Η επιχείρηση κατά της Βεγγάζης εγκαταλείφθηκε τελικά, διότι η δύναμη από το εσωτερικό που κατευθύνονταν προς αυτή συνάντησε ισχυρή αντίσταση.

Επρόκειτο για μια τολμηρή επιχείρηση που, αν και είχε μελετηθεί καλά σε όλες της τις λεπτομέρειες, απέτυχε τελείως και με αρκετές απώλειες.  Για να πετύχει απαιτούνταν απόλυτος αιφνιδιασμός που ήταν πολύ δύσκολο να πετύχει, εκτός αν ο εχθρός είχε παραμελήσει κάθε επαγρύπνηση.  Οι Βρετανοί είχαν βέβαια αυτό υπόψη, αλλά τα αποτελέσματα θα ήταν τόσο σημαντικά αν η επιχείρηση πετύχαινε, που αποφάσισαν να την διακινδυνεύσουν.»