«Η Ιταλική και Γερμανική ηγεσία είχαν αντιληφθεί ότι για να εξασφαλισθεί η νίκη στη Βόρεια Αφρική και να καταληφθεί η Διώρυγα του Σουέζ επιβάλλονταν η πλήρης εξουδετέρωση της Μάλτας, ιδιαίτερα ως αεροπορική βάση. Οι εντατικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί της νήσου ήταν το προοίμιο επιχείρησης κατάληψής της, η οποία όμως –όπως θα δούμε αργότερα- τελικά εγκαταλείφτηκε.
Οι σχετικές προετοιμασίες άρχισαν από τον Ιανουάριο του 1942. Θα χρησιμοποιούνταν Ιταλικά και Γερμανικά στρατεύματα που θα μεταφέρονταν από θάλασσα και αέρα. Η απόβαση θα γίνονταν κάτω από την κάλυψη του Ιταλικού Στόλου, ενώ το Ιταλικό Ναυτικό ανέλαβε και την ταχεία κατασκευή εκατό περίπου αποβατικών σκαφών καθώς και την εκπαίδευση των ναυτικών και στρατιωτικών μονάδων εφόδου. Παράλληλα, οι δυνάμεις θάλασσας και αέρα του Άξονα ανέλαβαν τον στενό αποκλεισμό της νήσου για να καταστήσουν αδύνατο τον ανεφοδιασμό της.
Ανάλογη όμως ήταν και η σημασία που έδινε η Μεγάλη Βρετανία στη στρατηγική αυτή βάση και επειδή σύντομα θα εξαντλούνταν οι ποσότητες εφοδίων που είχαν σταλεί, αποφασίστηκε και πάλι η αποστολή μιας μεγάλης νηοπομπής κατά τον Μάρτιο του 1942. Το Συμβούλιο Επιτελαρχών στο Λονδίνο είχε αποφασίσει σχετικά ότι η επιχείρηση έπρεπε οπωσδήποτε να αναληφθεί, ανεξάρτητα θυσιών, καθώς θεωρούσαν ότι αυτή αποτελούσε πρωτεύοντα αντικειμενικό σκοπό για τον Στόλο της Μεσογείου.
Για εξασφάλιση αυτής της νηοπομπής λήφθηκε κάθε δυνατό μέτρο και από τα 3 Όπλα. Ο Στρατός προσποιήθηκε επίθεση για να απασχολήσει την εχθρική αεροπορία. Η R.A.F. προσέβαλε τα αεροδρόμια Κυρηναϊκής και Κρήτης και διέθεσε κάλυψη καταδιωκτικών στη μεγαλύτερη δυνατή απόσταση, ενώ διεξήχθη και αεροπορική αναγνώριση από την Λιβύη και Μάλτα.
Τη νηοπομπή αποτελούσαν 4 πλοία ανεφοδιασμού που συνόδευαν από κοντά 1 αντιαεροπορικό εύδρομο και 6 αντιτορπιλικά. Απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια το πρωί της 20ης Μαρτίου, ενώ το απόγευμα της ίδιας ημέρας αναχώρησε δύναμη από 3 εύδρομα και 4 αντιτορπιλικά υπό τον Υποναύαρχο Vian.
Με αυτά συνενώθηκαν το πρωί της 21ης 6 αντιτορπιλικά τύπου ‘Hunt’ από το Τομπρούκ, αφού την προηγούμενη νύχτα είχαν εκτελέσει ανθυποβρυχιακή σάρωση μεταξύ Αλεξάνδρειας και Τομπρούκ. Κατά την εκτέλεση όμως αυτής της εργασίας βυθίστηκε ένα έβδομο αντιτορπιλικό του ιδίου τύπου που τορπιλίστηκε από Γερμανικό υποβρύχιο. Τα πρόσφατης κατασκευής συνοδά αυτού του τύπου διέθεταν 6 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 4″ και αποτελούσαν μια καλή ενίσχυση της αντιαεροπορικής προστασίας των νηοπομπών.
Το πρωί της 22ας Μαρτίου, τέλος, συνενώθηκαν με τη νηοπομπή το εύδρομο HMS PENELOPE και ένα αντιτορπιλικό από τη Μάλτα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή – οπότε η νηοπομπή είχε πια περάσει από την ιδιαίτερα επικίνδυνη περιοχή μεταξύ της Κυρηναϊκής και της Κρήτης και απείχε περί τα 250 μίλια από τη Μάλτα- δεν είχε εκδηλωθεί καμιά επίθεση εναντίον της.
Όμως την εσπέρα της 21ης η δύναμη Vian εντοπίστηκε από Ιταλικό υποβρύχιο και διατάχτηκε αμέσως ο απόπλους από την Μεσσήνη μοίρας 3 εύδρομων (2 βαριών και 1 ελαφρού) με 4 αντιτορπιλικά και από τον Τάραντα του θωρηκτού RN LITTORIO, υπό τον Αρχηγό του Στόλου, με 4 αντιτορπιλικά. Η ομάδα του RN LITTORIO εντοπίστηκε από Βρετανικό υποβρύχιο που περιπολούσε νότια του Τάραντα αλλά, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στη Μάλτα η εκεί αεροπορική αναγνώριση δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τις κινήσεις της.
Από το πρωί της 22ας, όταν είχε ήδη αποχωρήσει και το τελευταίο καταδιωκτικό, άρχισαν εντατικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί κατά του Βρετανικού σχηματισμού. Το πρωί οι επιθέσεις των Ιταλικών τορπιλοπλάνων που διενεργούνταν από μεγάλη απόσταση αποκρούονταν με σχετική ευκολία από το ισχυρό αντιαεροπορικό πυροβολικό των Βρετανικών πλοίων. Αργότερα όμως, όταν έφθασε η Γερμανική Αεροπορία, η προστασία της νηοπομπής έγινε δύσκολη.
Ο Ναύαρχος Vian ήταν αποφασισμένος, έστω και αν βρίσκονταν μπρος από ισχυρές δυνάμεις επιφανείας, να συνεχίσει τον πλου προς τον προορισμό του εφαρμόζοντας το ακόλουθο σχέδιο:
Τα 4 εύδρομα και τα 11 αντιτορπιλικά Στόλου οργανωμένα σε 5 ομάδες που θα ενεργούσαν ανεξάρτητα θα δημιουργούσαν καπνόφραγμα μεταξύ νηοπομπής και εχθρού και αν αυτός επιχειρούσε να περάσει από το καπνόφραγμα θα επιτίθονταν με τορπίλες. Το αντιαεροπορικό εύδρομο με ένα συνοδό τύπου ‘Hunt’ θα προστάτευαν τη νηοπομπή με προπέτασμα καπνού, ενώ τα υπόλοιπα 5 συνοδά θα έμεναν κοντά για να της προσφέρουν αντιαεροπορική προστασία.
Γύρω στις 14:30 η Βρετανική δύναμη παρατήρησε προς Βορρά και σε απόσταση περί τα 12 μίλια την Ιταλική μοίρα εύδρομων, τα οποία αρχικά οι Βρετανοί θεώρησαν ότι ήταν θωρηκτά. Έπνεε σφοδρός νοτιοανατολικός άνεμος. Ο Vian, σε εφαρμογή του πιο πάνω σχεδίου, στράφηκε προς Βορρά ενώ η νηοπομπή με την εγγύς συνοδεία της έστρεψε προς Νότο. Μόλις οι δυνάμεις του Vian απομακρύνθηκαν από τη νηοπομπή πήραν πορεία προς Ανατολή και δημιούργησαν καπνόφραγμα. Τα εχθρικά πλοία άνοιξαν πυρ στις 14:36 από μεγάλη απόσταση, ενώ συγχρόνως προσπαθούσαν να παρασύρουν τα Βρετανικά προς το RN LITTORIO. Ο Ναύαρχος Vian, όταν διαπίστωσε ότι επρόκειτο για εύδρομα, έπλευσε προς αυτά συνεχίζοντας συγχρόνως να παράγει καπνόγραγμα. Στις 14:56 τα Βρετανικά εύδρομα άρχισαν κι αυτά να βάλλουν κατά του εχθρού, αλλά αυτός έπλευσε προς Βορρά και γρήγορα βρέθηκε εκτός βεληνεκούς κι ο Vian έπλευσε να συναντήσει τη νηοπομπή.
Κατά το διάστημα αυτό η Γερμανική Αεροπορία είχε συγκεντρώσει τις επιθέσεις της κατά της νηοπομπής, συγχρόνως από μεγάλο και χαμηλό ύψος, χωρίς όμως άλλο αποτέλεσμα παρά τη μεγάλη κατανάλωση πυρομαχικών των συνοδών.
Στο μεταξύ είχε συνενωθεί με τα Ιταλικά εύδρομα το RN LITTORIO και αργότερα έγινε αντιληπτό και από τους Βρετανούς. Ο Ναύαρχος Vian εξακολούθησε να προστατεύει τη νηοπομπή με καπνόφραγμα, που με τον σφοδρό ΝΑ άνεμο που έπνεε επεκτείνονταν προς ΒΔ. Ο Αρχηγός του Ιταλικού Στόλου θα μπορούσε, παρακάμπτοντας το καπνόφραγμα, να έρθει σε επαφή με τη νηοπομπή αν έπλεε ανατολικά προς τη κατεύθυνση του ανέμου. Θα μπορούσε επίσης πλέοντας προς την κατεύθυνση αυτή με το RN LITTORIO, να στείλει τα εύδρομα προς την αντίθετη , ώστε η νηοπομπή να περιβληθεί από τις δυο Ιταλικές ομάδες. Προτίμησε να πλεύσει με όλη τη δύναμή του δυτικά, για να παρεμβληθεί μεταξύ της νηοπομπής και της Μάλτας και διότι αν έπλεε προς τη κατεύθυνση του ανέμου, λόγω του σφοδρού κυματισμού, θα αναγκάζονταν να ελαττώσει ταχύτητα και θα έχανε χρόνο. Με τη κίνηση όμως αυτή δεν πέτυχε τον αντικειμενικό του σκοπό, την καταστροφή της νηοπομπής.
Για 2 και περισσότερες ώρες μέχρι το σκοτάδι οι αντίπαλοι δυνάμεις κρύβονταν η μια από την άλλη πίσω από τον καπνό και σποραδικά έβαλαν, όταν διέκριναν εχθρικό πλοίο. Ο Ναύαρχος Iachino δεν θέλησε να διακινδυνεύσει τα πλοία του μπαίνοντας μέσα στο καπνόφραγμα. Τα Βρετανικά όμως αντιτορπιλικά εκδήλωσαν επανειλημμένες τορπιλικές επιθέσεις, πλησιάζοντας μέχρι σε απόσταση 6.000 μέτρων, αλλά με τις συνθήκες θαλάσσης που επικρατούσαν και με τη σύγχυση που προκαλούσε ο καπνός οι επιθέσεις υπήρξαν ανεπιτυχείς. Τα Βρετανικά πλοία μάλιστα έπαθαν και αρκετές ζημιές, 2 εύδρομα και ορισμένα αντιτορπιλικά δέχτηκαν πλήγματα.
Όταν σκοτείνιασε η μάχη διακόπηκε και γύρω στις 19:00 η Ιταλική δύναμη αποσύρθηκε προς Βορρά. Λίγο αργότερα, επειδή τα αντιτορπιλικά πάθαιναν ζημιές από την καταιγίδα και δεν ήταν δυνατόν να παραμείνουν κάνοντας διαδρομές κατά τη διάρκεια της νύχτας, η Supermarina διέταξε τον Στόλο να επιστρέψει στις βάσεις του.
Όταν οι Ιταλοί αποσύρθηκαν και επειδή ήταν πολύ απίθανο ότι θα επιχειρούσαν νυχτερινή επίθεση, ο Ναύαρχος Vian έστειλε στη Μάλτα τη νηοπομπή υπό τη συνοδεία του α/α εύδρομου και των 6 ‘Hunt’ με τα οποία συνενώθηκαν και τα 2 πλοία από τη Μάλτα, το εύδρομο HMS PENELOPE και 1 αντιτορπιλικό, καθώς και 2 άλλα αντιτορπιλικά που είχαν υποστεί βλάβες, ενώ ο ίδιος με την υπόλοιπο δύναμη πήρε πορεία προς Αλεξάνδρεια. Αφού είχε ήδη πάρει την απόφαση αυτή, πήρε σήμα από τον Αρχηγό του Στόλου που έλεγε ότι «ασφαλώς θα αντιμετώπιζε τη διασπορά της νηοπομπής και συνέχιση του πλου της ( μόνο με την εγγύς συνοδεία) προς τη Μάλτα.». Όπως γράφει ο Ναύαρχος Cunningham, θέλησε μ’ αυτόν τον τρόπο να αναλάβει ο ίδιος μέρος των ευθυνών του Vian.
Ο Διοικητής της νηοπομπής διέταξε τη διασπορά των πλοίων της, προκειμένου να πλεύσουν το καθένα με τη μέγιστη ταχύτητα προς τη Μάλτα με συνοδεία 1-2 αντιτορπιλικά. Η αρχική πρόβλεψη ήταν ότι η νηοπομπή θα έφθανε στη Μάλτα το πρωί της 23ης Μαρτίου, αλλά ο πλους της προς νότο κατά τη διάρκεια της συνάντησης της προηγούμενης ημέρας έφερε καθυστέρηση και έτσι δόθηκε χρόνος για να δράσει η εχθρική αεροπορία.
Η νηοπομπή προστατεύθηκε από καταδιωκτικά, αλλά τα πυρομαχικά των συνοδών είχαν επικίνδυνα εξαντληθεί και αναγκάζονταν να βάλουν μόνο σε περίπτωση άμεσου κινδύνου. Τα πλοία που με τόση δεξιότητα και κάτω από τόσο δυσμενείς συνθήκες είχε προστατεύσει ο Ναύαρχος Vian την προηγούμενη ημέρα, έμελλε να έχουν κακό τέλος, άλλα μεν στις προσβάσεις της Μάλτας και άλλα μέσα στο λιμάνι της.
Το πετρελαιοφόρο του Ναυτικού Breconshire (5.000) τόνων, ενώ βρίσκονταν 8 μόνο μίλια μακριά από τη Μάλτα, εβλήθη με βόμβα στο μηχανοστάσιο και παρέμεινε ακίνητο. Διατέθηκαν 3 αντιτορπιλικά για να το προστατεύσουν, ένα από τα οποία προσέκρουσε σε νάρκη και βυθίστηκε. Τελικά, τη νύχτα της επομένης ρυμουλκήθηκε στο ορμητήριο, αλλά την 27η εβλήθη πάλι και βυθίστηκε. Εν τούτοις, ένα σημαντικό τμήμα του φορτίου διασώθηκε.
Ένα άλλο πλοίο της νηοπομπής βυθίστηκε από την εχθρική αεροπορία που προκάλεσε και βλάβες στο συνοδό αντιτορπιλικό, όταν βρίσκονταν σε απόσταση 50 μιλίων από τη Μάλτα.
Τέλος, τα υπόλοιπα 2 πλοία ανεφοδιασμού δέχτηκαν επίθεση από αέρα μέσα στο ορμητήριο την 26η , κατά την οποία το ένα από αυτά και ένα αντιτορπιλικό βυθίστηκαν, το δε άλλο έπαθε σοβαρές βλάβες. Έτσι, με εξαίρεση το τμήμα των καυσίμων του πετρελαιοφόρου που διασώθηκε, από τους 26.000 τόνους του φορτίου που με αγωνία ανέμενε η Μάλτα διασώθηκαν μόνο 5.000 τόνοι. Η κατάσταση ήταν τέτοια ώστε τα πλοία ανεφοδιασμού, ακόμα και αν κατάφερναν με υπεράνθρωπες προσπάθειες να φθάσουν μέχρι τη Μάλτα, δεν δίνονταν ούτε ο χρόνος να εκφορτώσουν το φορτίο τους, πριν καταστραφούν στο λιμάνι.
Αυτές όμως οι ζημιές δεν ήταν και οι μόνες για τους Βρετανούς σ’ αυτή την επιχείρηση. Κατά την επιστροφή στην Αλεξάνδρεια της δύναμης Vian, ενώ χάρις στα καταδιωκτικά που διατέθηκαν για την προστασία της οι εχθρικές αεροπορικές επιθέσεις δεν κατάφεραν πλήγματα στα πλοία, λόγω της κατάστασης της θάλασσας πολλά αντιτορπιλικά έπαθαν ζημιές. Το αποτέλεσμα ήταν ότι την 26η Μαρτίου 1942 ο Στόλος της Αλεξάνδρειας διέθετε 2 μόνο αντιτορπιλικά Στόλου χρησιμοποιήσιμα, όλα τα υπόλοιπα βρίσκονταν σε επισκευή.
Ακόμα σοβαρότερες υπήρξαν οι ζημιές λόγω καιρικών συνθηκών των Ιταλικών πλοίων. Δυο αντιτορπιλικά βυθίστηκαν σχεδόν αύτανδρα και όλα σχεδόν τα υπόλοιπα έπαθαν σοβαρές ζημιές, ενώ πολλά από αυτά είχαν ανάγκη μακροχρόνιας επισκευής. Το γεγονός ότι οι ζημιές από τις καιρικές συνθήκες στα Ιταλικά πλοία ήταν πολύ μεγαλύτερες δεν είναι περίεργο. Όπως είχε διαπιστωθεί και στο δικό μας Ναυτικό, που διέθετε αντιτορπιλικά και των δυο τύπων, τα Ιταλικά υστερούσαν των Βρετανικών σε ναυτικές αρετές.
Η συνάντηση των δυο αντιπάλων της 22ας Μαρτίου απασχόλησε την διεθνή κριτική.
Οι ενέργειες του Ναυάρχου Vian δεν επιδέχονται κριτική και δίκαια τιμήθηκε γι αυτές. Πέτυχε να αντιμετωπίσει βαριά πλοία με ελαφρά κάτω από σφοδρές αεροπορικές επιθέσεις, να προστατεύσει απόλυτα τη νηοπομπή που συνόδευε, ανεξάρτητα από τα τελικά αποτελέσματα για τα οποία δεν ευθύνεται.
Αντίθετα οι χειρισμοί του Ναυάρχου Iachino δεν φαίνεται να ήταν οι ενδεδειγμένοι για να φέρει σε πέρας τον αντικειμενικό του σκοπό, την καταστροφή της εχθρικής νηοπομπής. Ίσως να μην είχε τελείως άδικο να μην επιθυμεί να διασχίσει με το RN LITTORIO το καπνόφραγμα, εφόσον δεν διέθετε επαρκή δύναμη αντιτορπιλικών. Όπως όμως έχουμε αναφέρει προηγουμένως, υπήρχαν και άλλοι τρόποι ενέργειας που έδιναν πολλές πιθανότητες καταστροφής της νηοπομπής χωρίς να εκτεθεί το θωρηκτό σε υπερβολικούς κινδύνους. Είναι αξιοσημείωτη, εξάλλου, η αναφορά του Ναύαρχου Cunningham ότι η βολή των Ιταλικών πλοίων κατά των επιτιθέμενων Βρετανικών αντιτορπιλικών ήταν ακριβής και μόνο στη τύχη οφείλεται ότι οι ζημιές τους δεν ήταν μεγαλύτερες.
Φαίνεται ότι η αποτυχία του Ιταλικού Ναυτικού σ’ αυτή την επιχείρηση είχε και ένα άλλο αποτέλεσμα. Δόθηκε αφορμή στη Γερμανική Αεροπορία, που και προηγουμένως δεν έδειχνε μεγάλη προθυμία ειλικρινούς συνεργασίας με το Ιταλικό Ναυτικό, να δείχνει ακόμα μικρότερη μελλοντικά.»