«Κατά τον Ιούλιο του 1940 οι Βρετανοί με επιθέσεις τορπιλοπλάνων εκμηδένισαν την Ιταλική μοίρα αντιτορπιλικών στο Τομπρούκ. Τα 3 βυθίστηκαν και το τέταρτο που έπαθε σοβαρές βλάβες ρυμουλκήθηκε στο Τάραντα.
Από τα μέσα Ιουλίου άρχισαν συνεχείς μεταφορές εφοδίων από την Ιταλία στη Λιβύη. Μεταξύ 10 Ιουλίου και 30 Σεπτεμβρίου 1940 μεταφέρθηκαν περί τους 149.000 τόνους εφοδίων χωρίς καμιά απώλεια. Σε μια περίπτωση στο τέλος Ιουλίου στάλθηκε μια πολύ σημαντική νηοπομπή από 11 μεγάλα πλοία γεμάτα στρατεύματα και υλικό που προστάτευαν 11 εύδρομα, 23 αντιτορπιλικά και 14 συνοδά. Αυτή έφθασε στον προορισμό της χωρίς καθόλου να ενοχληθεί από τους Βρετανούς.
LITTORIO
VITTORIO VENETO
Στις αρχές Αυγούστου ανέλαβαν υπηρεσία στον Ιταλικό Στόλο και τα 2 νέα μεγάλα θωρηκτά LITTORIO και VITTORIO VENETO που ίσως ήταν τα καλύτερα στην υφήλιο την εποχή εκείνη. Μάλιστα δε μέσα στον ίδιο μήνα είχε ολοκληρωθεί και ο εκσυγχρονισμός του θωρηκτού DUILIO. Έτσι από το τέλος Αυγούστου 1940 ο Ιταλικός Στόλος διέθετε μια πολύ αξιόλογη κύρια δύναμη από 5 θωρηκτά.
CAIO DIULIO
Την ίδια όμως εποχή και ο Βρετανικός Στόλος της Αλεξάνδρειας δέχτηκε σημαντικές ενισχύσεις. Προστέθηκαν στην δύναμή του το θωρηκτό HMS VALIANT, το αεροπλανοφόρο HMS ILLUSTRIOUS που έφερε και καταδιωκτικά Fulmar – τα οποία ο Στόλος ανέμενε με ανυπομονησία- καθώς και 2 αντιαεροπορικά εύδρομα τα HMS CALCUTTA και HMS COVENTRY. Αυτά τα τελευταία ήταν πολύτιμοι τύποι πλοίων για τις συνοδείες νηοπομπών, όπως και εμείς οι ίδιοι διαπιστώσαμε κατά την συνεργασία τους με Ελληνικές συνοδείες. Με την αποστολή των ενισχύσεων αυτών ο Στόλος της Αλεξάνδρειας είχε για πρώτη φορά στη διάθεσή του δυο μεγάλα πλοία εφοδιασμένα με ραντάρ που εντόπιζαν τα επιτιθέμενα αεροπλάνα από απόσταση 40 -50 μιλίων. Τα πλεονεκτήματα της νέας για την εποχή εκείνη τεχνικής τελειοποίησης έγιναν αισθητά πολύ γρήγορα.
HMS VALIANT
HMS ILLUSTRIOUS
HMS CALCUTTA
Ο ασφαλής όμως διάπλους από τους Βρετανούς όλης της Μεσογείου από το Γιβραλτάρ μέχρι την Αλεξάνδρεια, κατά τον οποίο τα πλοία ήταν εκτεθειμένα σε μύριους κινδύνους, δεν ήταν απλό πρόβλημα. Μάλιστα αυτό προέκυψε και κατά την μεταφορά των ενισχύσεων αυτών. Εφαρμόστηκε λοιπόν και πάλι η μέθοδος που συνήθως χρησιμοποιούνταν. Οι ενισχύσεις συνοδεύτηκαν μέχρι του Στενού της Σικελίας από την ναυτική δύναμη του Γιβραλτάρ, διέπλευσαν το Στενό τη νύχτα και συναντήθηκαν με τον Στόλο της Αλεξάνδρειας το πρωί της επομένης μεταξύ Παντελαρίας και Μάλτας. Γι αυτόν τον σκοπό, ολόκληρος ο Στόλος της Αλεξάνδρειας απέπλευσε την 30η Αυγούστου συνοδεύοντας με την ευκαιρία αυτή και την πρώτη νηοπομπή προς την Μάλτα που αποτελούσαν 4 πλοία. Η νηοπομπή αυτή βομβαρδίστηκε σφοδρά νότια της Κρήτης και ένα από τα πλοία έπαθε σοβαρές βλάβες.
HMS COVENTRY
Μόλις οι Ιταλοί πληροφορήθηκαν για τις κινήσεις αυτές των Βρετανικών δυνάμεων, ο Ιταλικός Στόλος αποτελούμενος από 5 θωρηκτά, 10 εύδρομα και 34 αντιτορπιλικά, απέπλευσε προς συνάντηση του Στόλου της Αλεξάνδρειας. Η επίθεση κατά του Στόλου του Γιβραλτάρ αφέθηκε στα υποβρύχια και τα αεροπλάνα. Η έξοδος όμως της μεγάλης αυτής ναυτικής δύναμης δεν κατέληξε πουθενά.
Όταν η Βρετανική αναγνώριση ανέφερε την παρουσία της Ιταλικής δύναμης περί τα 90 μίλια από τον Βρετανικό Στόλο, επειδή η αναφορά λήφθηκε περί το λυκόφως και ήταν πολύ αργά για την διενέργεια επίθεσης τορπιλοπλάνων και σε τέτοια απόσταση και υπήρχαν πολύ μικρές πιθανότητες ότι θα εξαναγκάζονταν οι Ιταλοί σε μάχη νύχτα, ο Ναύαρχος Cunningham αποφάσισε να παραμείνει τη νύχτα κοντά στη νηοπομπή για να της προσφέρει κάλυψη και για τις επόμενες ενέργειές του να αναμείνει την πρωινή αναγνώριση. Αυτή όμως δεν συνάντησε κανένα ίχνος του εχθρού.
Το βράδυ της 31ης Αυγούστου 1940 ο Ιταλικός Στόλος διατάχθηκε να αναστρέψει πορεία και να αναλάβει την πορεία του προς Νότο το πρωί της επομένης. Ως αιτιολογία για τη διαταγή αυτή αναφέρεται ότι ο Βρετανικός σχηματισμός είχε στρέψει προς Νότο και έτσι δεν υπήρχε πιθανότητα να τον συναντήσουν πριν το σκοτάδι, αν δε κατά την νύχτα έπαιρνε πάλι πορεία προς δυσμάς θα μπορούσαν πάντα να τον προφθάσουν την επομένη στην Κεντρική Μεσόγειο.
Από αυτά όμως που εκθέτει ο Ναύαρχος Cunningham, δεν προκύπτει ότι είχε αναστρέψει πορεία η νηοπομπή την οποία κάλυπτε. Είναι προφανές ότι οι Ιταλοί ήθελαν να αποφύγουν την νυχτερινή μάχη για την οποία δεν ήταν προπαρασκευασμένοι.
Αλλά και την επόμενη μέρα δεν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί η συνάντηση. Κατά τη διάρκεια της νύχτας ήρθε καταιγίδα από την οποία υπέφεραν πολύ τα Ιταλικά αντιτορπιλικά και εμποδίστηκε η αεροπορική αναγνώριση. Έτσι, κατά τη διάρκεια όλης της 1ης Σεπτεμβρίου δεν υπήρχε καμιά πληροφορία για τις κινήσεις των Βρετανικών πλοίων και επειδή και τα αντιτορπιλικά θα έπρεπε σύντομα να καταπλεύσουν στη βάση τους για ανεφοδιασμό, η Supermarina το βράδυ αυτό διέταξε τον Στόλο να επιστρέψει στις βάσεις του.
Ο Βρετανικός Στόλος συνέχισε την αποστολή του σύμφωνα με τον σχεδιασμό. Η νηοπομπή έφθασε στη Μάλτα και οι ενισχύσεις της δύναμης της Αλεξάνδρειας έφθασαν στον προορισμό τους χωρίς καμιά όχληση από τον εχθρό. Κατά την επιστροφή μάλιστα, τμήμα του Στόλου που περιελάμβανε τα 2 αεροπλανοφόρα βομβάρδισε σφοδρά τα αεροδρόμια της Δωδεκανήσου.
Οι Ιταλοί που διέθεταν μεγάλη υπεροχή δυνάμεων ομολογούν ότι έχασαν μια μεγάλη ευκαιρία, εφόσον μάλιστα η συνάντηση είχε πραγματοποιηθεί πριν συνενωθούν οι ενισχύσεις με τον Στόλο της Αλεξάνδρειας.
Εκτός από την άφιξη και δεύτερου αεροπλανοφόρου στην Αλεξάνδρεια, από τον Αύγουστο στάλθηκαν στη Μεσόγειο και άλλες Βρετανικές αεροπορικές ενισχύσεις. Αυτό επέτρεψε τη διενέργεια εντατικών βομβαρδισμών των Ιταλικών λιμανιών της Βορείου Αφρικής και μεταξύ άλλων βυθίστηκαν στη Βεγγάζη 2 Ιταλικά αντιτορπιλικά και 2 συνοδά υπέστησαν σοβαρές ζημιές.
Κατά τους πρώτους αυτούς μήνες χάθηκαν αρκετά Βρετανικά υποβρύχια που περιπολούσαν έξω από Ιταλικά λιμάνια. Ο Ναύαρχος Cunningham αποδίδει μερικά αυτό και στην ακαταλληλότητα των παλιών υποβρυχίων που τέθηκαν στην διάθεσή του. Τα υποβρύχια αυτά είχαν εκτόπισμα στην επιφάνεια 1.475 τόνους που ήταν πολύ μεγάλο για τα διαυγή ύδατα της Μεσογείου διότι εντοπίζονταν από αέρα σε σχετικώς μεγάλα βάθη.
Με την ευκαιρία της αποστολής ενισχύσεων στον Στόλο της Αλεξάνδρειας, ο Βρετανός Υπουργός της Εθνικής Άμυνας Winston Churchill με σήμα που έστειλε προς τον Αρχηγό του Στόλου της Μεσογείου στις αρχές Σεπτεμβρίου του σύστηνε και πάλι να επιδειχθεί περισσότερο επιθετικό πνεύμα κατά του Ιταλικού Στόλου. Στην απάντησή του ο Ναύαρχος Cunningham γνώρισε ότι για την επιτυχή διεξαγωγή των επιχειρήσεων στην Κεντρική Μεσόγειο απαιτείτο πλήρης και συνεχής αεροπορική αναγνώριση, η οποία ούτε κατά διάνοια διέθετε, και ότι οι επιχειρήσεις του Στόλου περιορίζονταν πολύ από τον ανεπαρκή αριθμό διαθέσιμων αντιτορπιλικών, το ένα τρίτον από τα οποία ήταν μόνιμα εκτός υπηρεσίας. Σημαντικός μάλιστα αριθμός από αυτά απασχολούνταν για συνοδείες των πολυάριθμων τοπικών νηοπομπών στην Ανατολική Μεσόγειο, για τις οποίες θα ήταν κατάλληλα –αν υπήρχαν- και μικρά αργά συνοδά. [Γι αυτόν τον τελευταίο σκοπό προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες τα παλιά Ελληνικά αντιτορπιλικά μετά την άφιξή τους στη Μέση Ανατολή].
Για τον ανεφοδιασμό της Μάλτας εξάλλου, απαιτείτο η αποστολή κάθε μήνα δυο περίπου νηοπομπών και η συνοδεία της κάθε μιας επέβαλε μια πλήρη επιχείρηση του Στόλου. Κατά τις επιχειρήσεις αυτές θα παρουσιάζονταν ίσως και καλές ευκαιρίες συνάντησης με τον Ιταλικό Στόλο, όποτε θα έβγαινε για να επιτεθεί κατά αυτών των νηοπομπών, με την προϋπόθεση όμως ότι αυτές θα καλύπτονταν από το σύνολο της κυρίας δύναμης του Στόλου της Αλεξάνδρειας. Αυτό όμως το τελευταίο ήταν αδύνατο γιατί δεν υπήρχαν αρκετά αντιτορπιλικά για προπέτασμα για όλα συγχρόνως τα βαριά πλοία. Επιβάλλονταν επίσης να γίνεται με περίσκεψη η χρήση των μεγάλων πλοίων διότι σε περίπτωση βλάβης τους οι ευκολίες επισκευών στην Αλεξάνδρεια ήταν πολύ περιορισμένες και ο Ναύσταθμος της Μάλτας είχε καταντήσει αχρησιμοποίητος γι αυτά τα πλοία, λόγω των αεροπορικών επιθέσεων του εχθρού. Σχετικά με όλα αυτά ο Ναύαρχος εκφράζει και την δυσφορία του διότι οι υπηρετούντες στο Κέντρο δεν αντιλαμβάνονταν τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει. Αυτό όμως συμβαίνει συχνά.
Δεν πέρασε πολύς χρόνος και επαληθεύτηκαν αυτά που είχε πει ο Βρετανός Στόλαρχος, ότι δηλαδή χάνονταν ευκαιρίες συνάντησης με τον Ιταλικό Στόλο με ευνοϊκές συνθήκες, διότι ή έλλειψη αντιτορπιλικών δεν επέτρεπε την κάλυψη των νηοπομπών προς Μάλτα με το σύνολο του Στόλου μάχης της Αλεξάνδρειας. Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 1940 στάλθηκαν από την Αλεξάνδρεια στη Μάλτα δυο χιλιάδες άνδρες με 2 εύδρομα που συνόδευαν 2 θωρηκτά και 1 αεροπλανοφόρο. Αυτή η Βρετανική δύναμη έγινε αντιληπτή από τους Ιταλούς όταν βρίσκονταν έξω από το Sidi Baranni και αμέσως απέπλευσε ο Ιταλικός Στόλος που περιλάμβανε και 4 θωρηκτά, από τα οποία τα δυο τύπου Littorio. Η Βρετανική αναγνώριση εντόπισε τον Ιταλικό Στόλο σε απόσταση 120 μιλίων προς Βορρά. Μπρος στην μεγάλη δυσαναλογία δυνάμεων ο Ναύαρχος Cunningham δεν επεδίωξε τη μάχη αλλά αποφάσισε να συνεχίσει τον πλου για να εκπληρώσει τον κύριο σκοπό του, την ασφαλή μεταφορά των ανδρών στην Μάλτα, το οποίο και πέτυχε χωρίς να ενοχληθεί από τον εχθρό. Για μια ακόμα φορά η Ιταλική αναγνώριση δεν είχε κατορθώσει να εντοπίσει τον Βρετανικό σχηματισμό, παρά μόνο μετά από δυο ημέρες όταν αυτός επέστρεφε στην Αλεξάνδρεια. Εντωμεταξύ τα Ιταλικά πλοία , ελλείψει πληροφοριών για τις κινήσεις του εχθρού, είχαν επιστρέψει στις βάσεις τους. Ήταν μια ακόμα χαμένη ευκαιρία για τους Ιταλούς. Δεν δίνονται λεπτομέρειες για τις κινήσεις των Ιταλικών πλοίων, απλώς η ευθύνη επιρρίπτεται στην Αεροπορία. Λόγω έλλειψης αρκετών στοιχείων δεν είναι ευχερής η κρίση γι αυτές τις άπρακτες εξόδους του Ιταλικού Στόλου. Γεννιέται όμως το ερώτημα αν, σε μερικές τουλάχιστον περιπτώσεις, οι Ιταλοί έδειχναν μεγαλύτερη επιμονή, δεν θα πετύχαιναν την επαφή με τον αντίπαλο όπως συνέβαινε και την εποχή που δεν υπήρχε ακόμα αεροπορική αναγνώριση.
Κατά την εποχή αυτή η Ιταλική Αεροπορία εφοδιάστηκε και με τορπιλοπλάνα εφοδιασμένα με τορπίλες που παραχώρησε το Ναυτικό. Αφετέρου, μετά την ένταση που παρουσίασε η δράση της εχθρικής αεροπορίας, το Ιταλικό Ναυτικό προσπάθησε να βελτιώσει και την ανθυποβρυχιακή του οργάνωση.
Κατά την περίοδο από την έναρξη του πολέμου με την Ιταλία μέχρι το τέλος Οκτωβρίου 1940, είχαν βυθιστεί στη Μεσόγειο 7 Βρετανικά υποβρύχια και 1 Γαλλικό, έναντι 13 Ιταλικών που απωλέστηκαν στην Μεσόγειο και 4 στην Ερυθρά Θάλασσα.
Από το τέλος Αυγούστου 1940 οι Ιταλία προετοίμαζε την επίθεση κατά της Ελλάδος και το Ιταλικό Ναυτικό διατάχτηκε να μεταφέρει στην Αλβανία ένα εκστρατευτικό σώμα. Μεταξύ 10 και 20 Σεπτεμβρίου μεταφέρθηκαν χωρίς καμιά απώλεια περίπου 40.000 άνδρες, 7.700 κτήνη, 700 οχήματα και 35.500 τόνοι εφοδίων.»