«Για να επιταχύνουν την προέλαση στην Ιταλία της 5ης Αμερικανικής Στρατιάς που μάχονταν με σφοδρότητα στο Monte Cassino, όπου είχε αναχαιτισθεί, οι Σύμμαχοι αποφάσισαν να διενεργήσουν απόβαση στα μετόπισθεν των εχθρικών γραμμών. Για την απόβαση επιλέγηκαν οι αιγιαλοί γύρω από το μικρό λιμάνι του Anzio, περί τα 30 μίλια νότια της Ρώμης. Η απόβαση πραγματοποιήθηκε τις πρωινές ώρες της 22ας Ιανουαρίου 1944, υπό την προστασία δυο ναυτικών δυνάμεων από εύδρομα και αντιτορπιλικά, μιας αμερικανικής και μιας βρετανικής. Είχαν προηγηθεί εντατικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί των εχθρικών γραμμών συγκοινωνιών και των κατεχόμενων από τους γερμανούς ιταλικών αεροδρομίων και την παραμονή της απόβασης βομβαρδίστηκαν τα επάκτια πυροβολεία της περιοχής από συμμαχικά πλοία.
Δεν αναμένονταν σοβαρή αντίδραση της εχθρικής αεροπορίας, διότι οι γερμανοί είχαν αποσύρει τα περισσότερα βομβαρδιστικά τους από την Ιταλία, ενώ οι Σύμμαχοι διέθεταν περί τα 700 αεροσκάφη συγκεντρωμένα στη περιοχή της Νεάπολης.
Πράγματι, η προσπέλαση της αμφίβιας δύναμης στην περιοχή της απόβασης έγινε χωρίς να εμφανιστεί καθόλου η εχθρική αεροπορία. Η δύναμη αυτή απέπλευσε από τη Νεάπολη και περιλάμβανε 243 συμμαχικά πλοία – μεταξύ των οποίων και ελληνικά – κάθε τύπου, πολεμικά, μεταγωγικά, αποβατικά, κλπ. και μ’ αυτήν μεταφέρθηκαν περί τους 50.000 άνδρες και 2.700 οχήματα.
Πολύ μικρή υπήρξε η αντίδραση του εχθρού κατά την διενέργεια της απόβασης και από την 22α Ιανουαρίου είχε σταθεροποιηθεί συμμαχικό προγεφύρωμα σε βάθος 4 μιλίων από την ακτή. Από την επομένη όμως άρχισαν επιθέσεις της γερμανικής αεροπορίας με συνεχώς αυξανόμενη ένταση, διότι οι γερμανοί ανακάλεσαν αεροπορικές μονάδες από τα Βαλκάνια. Από τις επιθέσεις αυτές προκλήθηκαν αρκετές απώλειες στα συμμαχικά πλοία. Έτσι, την 23η και 24η Ιανουαρίου 1944 βυθίστηκαν 1 βρετανικό αντιτορπιλικό και 1 πλωτό νοσοκομείο και έπαθαν βλάβες 1 αντιτορπιλικό και 1 πλωτό νοσοκομείο. Κατά τις ίδιες ημέρες βυθίστηκε 1 ναρκαλιευτικό και έπαθαν ζημιές άλλα 2 πλοία από πρόσκρουση σε νάρκες.
Ενώ όμως η απόβαση εκτελέστηκε με ευχέρεια, η παραπέρα εκμετάλλευσή της αποδείχτηκε πολύ δυσχερής και δεν έδωσε το αναμενόμενο αποτέλεσμα, να υποχρεώσει τον εχθρό να αποσυρθεί από τη γραμμή του Monte Cassino. Ο Χίτλερ διέταξε η γραμμή αυτή να κρατηθεί πάση θυσία και οι γερμανοί συγκέντρωσαν σημαντικές δυνάμεις γύρω από το συμμαχικό προγεφύρωμα του Anzio, παρά τους συνεχείς συμμαχικούς βομβαρδισμούς των οδών των συγκοινωνιών από αέρα και θάλασσα. Οι συμμαχικές δυνάμεις που αποβιβάστηκαν καθηλώθηκαν στο προγεφύρωμα αυτό για τέσσερις σχεδόν μήνες. Μάλιστα, στο τέλος Φεβρουαρίου η κατάσταση ήταν τόσο κρίσιμη ώστε προς στιγμή αντιμετωπίστηκε και η εκκένωση.
Κατά τη διάρκεια όλου αυτού του διαστήματος, ο ανεφοδιασμός των συμμαχικών δυνάμεων γίνονταν δια θαλάσσης από τη Νεάπολη. Γι αυτόν τον σκοπό χρησιμοποιήθηκε πολύτιμο εκτόπισμα πλοίων, την εποχή ακριβώς που κάθε διαθέσιμο πλοίο περισυλλέγονταν για την απόβαση στη Νορμανδία. Κατά την εκτέλεση αυτών των αποστολών βυθίστηκαν το βρετανικό εύδρομο HMS SPARTAN, 1 αντιτορπιλικό και 1 φορτηγό με τηλεκατευθυνόμενες εναέριες βόμβες και από υποβρύχιο στον όρμο της Νεάπολης το εύδρομο HMS PENELOPE.
Προφανώς, η διατήρηση των απομονωμένων στο Anzio συμμαχικών στρατευμάτων θα είχε γίνει προβληματική, αν οι Σύμμαχοι δεν διέθεταν την απόλυτη κυριαρχία στη θάλασσα. Έτσι μπόρεσαν ως το τέλος Μαΐου να εκδηλώσουν νικηφόρα γενική επίθεση στο ιταλικό μέτωπο, που τους έφερε την 4η Ιουνίου στη Ρώμη. Ακολούθησε η σύντονη δίωξη του εχθρού και τον Σεπτέμβριο τα συμμαχικά στρατεύματα βρίσκονταν στη γοτθική γραμμή βόρεια της Πίζας και της Φλωρεντίας.
Κατά τη διάρκεια της συμμαχικής προέλασης, αυτή υποστηρίζονταν πλευρικά στην Τυρρηνική και την Αδριατική από ναυτικές δυνάμεις, που διέκοπταν τις παράκτιες συγκοινωνίες του αντίπαλου και είχαν συχνές συναντήσεις με μικρά εχθρικά πλοία. Στις 17 Ιουνίου καταλήφθηκε το λιμάνι του Λιβόρνο, στο οποίο οι γερμανοί είχαν προκαλέσει σημαντικές καταστροφές. Σύντομα όμως αποκαταστάθηκε και χρησιμοποιήθηκε ως βάση ανεφοδιασμού.»