Στο τέλος Νοεμβρίου του 1940 οι θαλάσσιες μεταφορές συγκεντρώσεως είχαν ολοκληρωθεί. Είχαν μεταφερθεί περί τους 60.000 άνδρες, 25.000 ζώα και πολλές χιλιάδες τόνοι υλικού και εφοδίων.

Παράλληλα τα υποβρύχιά μας που είχαν αναλάβει περιπολίες στην Αδριατική και που συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, παρά τις δυσχερείς συνθήκες και το παλιό τους υλικό εκπλήρωσαν πολύ ικανοποιητικά το έργο τους και είχαν αρκετές επιτυχίες. Ένα από αυτά, το υ/β «ΠΡΩΤΕΥΣ» με κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Χατζηκωνσταντή, απωλέσθηκε αύτανδρο και πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος όταν εμβολίσθηκε στις 29 Δεκεμβρίου του 1940 από εχθρικό τορπιλοβόλο «ANTARES» 40 μίλια ανατολικά του Brindisi τη στιγμή της επίθεσής του κατά εχθρικής νηοπομπής και αφού προηγουμένως είχε βυθίσει το οπλιταγωγό «SARDEGNA».

Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται

Το έργο των αντιτορπιλικών – Επιχειρήσεις στην Αδριατική

«Οι Στρατιωτικές αρχές και πολλοί που βρίσκονταν στα μετόπισθεν και αγνοούσαν τελείως τις δυνατότητες του Ναυτικού μας δεν έκριναν αρκετό το αθόρυβο αλλά σοβαρό και κοπιαστικό έργο που εκτελούσαν τα αντιτορπιλικά. Διαμαρτύρονταν διότι το Ναυτικό δεν επιχειρούσε να διακόψει τις μεταφορές στρατιωτικών ενισχύσεων του εχθρού στην Αδριατική προς το Δυρράχιο και την Αυλώνα. Δεν αντιλαμβάνονταν ότι για να επιτευχθεί ο σκοπός αυτός χρειάζονταν δυνάμεις ασύγκριτα ανώτερες από αυτές που διέθετε το Ελληνικό Ναυτικό. Ακόμα και οι σώφρονες Αρχηγοί του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου απέφευγαν να εκθέτουν τον Στόλο τους στους πολλαπλούς κινδύνους των κλειστών θαλασσών και περιορίζονταν σε περιοδικές αιφνιδιαστικές επιδρομές στις προσβάσεις της Αδριατικής, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.

Θα έπρεπε λοιπόν τα έξι μεγάλα αντιτορπιλικά μας, γιατί τα 4 τύπου «ΛΕΩΝ» δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν σε τέτοιες επιχειρήσεις λόγω ανεπαρκούς ταχύτητας, να εξασφαλίσουν εκτός από τις δικές μας μεταφορές και τη παρεμπόδιση των εχθρικών στην Αδριατική. Το έργο αυτό θα έπρεπε να εκτελέσουν χωρίς την κάλυψη από μεγάλα πλοία σε περιοχή που ήταν κοντά στις βάσεις του στόλου και της αεροπορίας του εχθρού. Ο Υφυπουργός Ναυτικών, παρά τις αντιρρήσεις του Αρχηγού του Γ.Ε.Ν., ήταν θερμός υποστηρικτής αυτής της ιδέας. Κάλεσε μάλιστα τον Άγγλο Ναυτικό Ακόλουθο και τον παρεκάλεσε να ζητήσει από τον Βρετανό Στόλαρχο της Μεσογείου τη διάθεση της απαιτούμενης δυνάμεως κάλυψης. Η απάντηση τόσο του Ναυτικού Ακολούθου όσο και του Βρετανού Στόλαρχου ήταν ότι ο Βρετανικός στόλος είχε πολλές άλλες ασχολίες και δεν μπορούσε να διατεθεί για την προτεινόμενη επιχείρηση.

Αποφασίστηκε στη συνέχεια τα 6 αντιτορπιλικά, 2 τύπου «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και 4 τύπου «ΥΔΡΑ» και να αναλάβουν αιφνιδιαστικές νυχτερινές καταδρομές στην Αδριατική, ανάλογες με εκείνες που εκτελούσε σύσσωμος ο Βρετανικός στόλος της Μεσογείου. Η πρώτη επιχείρηση έγινε τη νύχτα της 14ης Νοεμβρίου με τον Αρχηγό του Στόλου επί του «ΒΑΣ.ΟΛΓΑ» και εμού επί του «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Τα πλοία έπλευσαν μεμονωμένα μέχρι το Ρίο όπου και συγκεντρώθηκαν για να διασχίσουν τον δίαυλο του πεδίου ναρκών του Πατραϊκού πριν πέσει το σκοτάδι.  Από κει έπλευσαν με μεγάλη ταχύτητα μέχρι το ύψος της νήσου Σάσωνα στο στενό του Οτράντο και αφού εκτέλεσαν περιπολία μιας ώρας περίπου, χωρίς να συναντήσουν κανένα πλοίο, αποχώρησαν για να επιστρέψουν πριν την ημέρα στον Πατραϊκό. Σκοπός της επιχείρησης ήταν η καταστροφή κάθε εχθρικού πολεμικού ή εμπορικού σκάφους που θα συναντούσαμε. Είχε προβλεφθεί ότι αν κάποιο αντιτορπιλικό ήταν αναγκασμένο να ελαττώσει ταχύτητα λόγω βλάβης  θα εγκατέλειπε την γραμμή και θα επέστρεφε στη βάση του. Έτσι το α/τ «ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ»  δεν συμμετείχε τελικά στην επιχείρηση αλλά διατάχθηκε να επιστρέψει στον Ναύσταθμο, γιατί καθώς ρυμουλκούταν  στη διώρυγα της Κορίνθου στράβωσε η μια έλικα από πρόσκρουση στα κρηπιδώματα και δεν μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα ανωτέρα των 22 μιλίων.

Η πρώτη αυτή επιχείρηση ήταν πολύ παράτολμη και δεν εξυπηρετούσε κανένα αντικειμενικό σκοπό. Αν και δεν έφερε συγκεκριμένο αποτέλεσμα, διαφημίστηκε κατάλληλα και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό και σχολιάστηκε πολύ τιμητικά το προσωπικό του Ναυτικού μας που με τόση προθυμία ανέλαβε την εκτέλεσή της. Συγχρόνως όμως με την διαφήμιση αυτή πληροφορούνταν και ο εχθρός που θα μπορούσε έτσι να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα σε περίπτωση επανάληψης της επιχείρησης.

Η καταδρομή στην Αδριατική επαναλήφθηκε τη νύχτα της 15ης Δεκεμβρίου 1940, χωρίς τη συμμετοχή μου διότι με τα αντιτορπιλικά «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΥΔΡΑ» συνόδευα νηοπομπή προς τα Δαρδανέλια. Το α/τ «ΒΑΣ.ΟΛΓΑ» ήταν σε μικρή επισκευή και ο Αρχηγός του Στόλου ηγήθηκε της επιχειρήσεως με το  α/τ «ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ»  και 3 αντιτορπιλικά. Τελικά έμειναν μόνο 2, διότι το ένα λόγω βλάβης μηχανήματος στο λεβητοστάσιο δεν μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα μεγαλύτερη των 27 μιλίων και διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη γραμμή. Όπως και κατά την πρώτη καταδρομή τα αντιτορπιλικά γύρισαν άπρακτα στη βάση τους, καθώς δεν συνάντησαν κανένα εχθρικό πλοίο.

Τρίτη επανάληψη της επιχειρήσεως έγινε τη νύχτα της 5ης Ιανουαρίου 1941, υπό την ηγεσία πάντοτε του Αρχηγού του Στόλου, με τη συμμετοχή 5 από τα μεγάλα αντιτορπιλικά. Ο πλους έγινε κάτω από σκληρές καιρικές συνθήκες και επικρατούσε πολύ σκοτάδι που ευνοούσε μεν τη μυστικότητα της ενέργειάς μας, όχι όμως και τον εντοπισμό εχθρικών πλοίων. Και πάλι δεν συναντήσαμε κανένα εχθρικό πλοίο αλλά η καταδρομή συμπληρώθηκε με έμμεσο βομβαρδισμό του ορμητηρίου της Αυλώνας κατά τον οποίο κάθε αντιτορπιλικό έβαλε μεμονωμένα 3 ομοβροντίες. Είναι απορίας άξιο πώς αυτή η προκλητική ενέργεια δεν έτυχε καμιάς απάντησης εκ μέρους του εχθρού, αν και υπήρχαν πληροφορίες για την παρουσία εύδρομων στην Αυλώνα.  Ίσως να μην φανταζόταν την αφελή σύλληψη της ιδέας και να φοβόταν ότι επρόκειτο για παγίδα για να βρεθούν ξαφνικά τα πλοία του μπρος από την κύρια δύναμη του Βρετανικού Στόλου.

Η τελευταία αυτή αποστολή σήμανε και το τέλος αυτού του είδους των επιχειρήσεων. Ο Πρωθυπουργός και διακεκριμένος Επιτελικός Ιωάννης Μεταξάς, που μέχρι τότε είχε επιμείνει πολύ στη διενέργεια των επιχειρήσεων αυτών, με την οξύτητα αντιλήψεως που τον διέκρινε δεν άργησε να διαπιστώσει από τα αποτελέσματα ότι οι ενέργειες αυτές ήταν αντίθετες σε κάθε υγιή αντίληψη διεξαγωγής του σύγχρονου πολέμου και απαγόρευσε την επανάληψή τους.

Εξάσκηση με πραγματικά πυρά

Οι επιχειρήσεις της Αδριατικής είχαν και ένα καλό αποτέλεσμα. Όταν μια μικρή δύναμη επιζητεί την μάχη με τόσο άνισους όρους, πρέπει τουλάχιστον με την τέλειά της εξάσκηση να αντισταθμίζεται μερικά η συντριπτική υπεροχή του αντιπάλου. Πριν οι πυροβολητές επιχειρήσουν να καταβυθίσουν τον εχθρό στη μάχη πρέπει να έχουν σημειώσει προηγουμένως ένα αριθμό επιτυχών βολών σε σκοπόσημο στα γυμνάσια. Έτσι, από τον Δεκέμβριο καθορίστηκαν από τον Αρχηγό του Στόλου έξοδοι των αντιτορπιλικών στον Σαρωνικό για εκτέλεση πραγματικών πυρών. Από τα πυρά αυτά καταδείχθηκε πόσο επιβεβλημένη ήταν η ανάγκη τους. Ιδιαίτερα στενοχωρήθηκα από την παρακολούθηση των πυρών της αρχηγίδας μου του α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», που είχε πρωτεύσει στα λίγα πυρά που είχαν εκτελεστεί μέχρι την κινητοποίηση. Τις παραμονές όμως του πολέμου ο έμπειρος αξιωματικός πυροβολητής του πλοίου με διαταγή του Αρχηγού του Στόλου είχε τοποθετηθεί στο θ/κ «ΑΒΕΡΩΦ» που αδρανούσε και είχε αντικατασταθεί από τελείως ακατάλληλο. Κατάπληκτος για την τοποθέτηση αυτή διαμαρτυρήθηκα έντονα αλλά ανώφελα από τη πρώτη στιγμή και από τότε επανειλημμένα ζήτησα την αντικατάστασή του. Μετά όμως και τα αποτελέσματα των πυρών αναγκάστηκα να ζητήσω εγγράφως την άμεση τοποθέτηση κατάλληλου διευθυντή πυροβολικού του πλοίου, τονίζοντας ότι η μονάδα αυτή, μια από τις δυο καλλίτερες του Στόλου, θα βρίσκονταν σε πολύ μειονεκτική θέση σε περίπτωση συνάντησης με τον εχθρό. Και πάλι όμως δεν απεστάλη αυτός που προϋπηρέτησε αλλά ζητήθηκε από το Υπουργείο να βρεθεί άλλος. Μόνο τον Απρίλιο του 1941 βρέθηκε ένας πολύ ικανός αξιωματικός που δεν πρόφθασε όμως να αναλάβει υπηρεσία στο πλοίο, λόγω της επελθούσας κατάρρευσης…

Μετά την εκτέλεση των πυρών παρατηρήθηκε σχετική βελτίωση στη βολή των πλοίων όχι όμως και αρκετή, διότι οι αποστολές των πλοίων δεν άφηναν μεγάλο περιθώριο χρόνου για ασκήσεις. Η πολεμική προετοιμασία των πλοίων είναι έργο μακράς πνοής που πρέπει να αναλαμβάνεται έγκαιρα από τον καιρό της ειρήνης.

Οι επιχειρήσεις των Ιταλικών πλοίων

Ενώ τα πλοία μας προέβαιναν σε προκλητικές ενέργειες κοντά στις εχθρικές βάσεις, ο εχθρός δεν φαινόταν διατεθειμένος να διαθέσει πλοία επιφανείας σε επιχειρήσεις εναντίον μας. Οι μόνες που σημειώθηκαν σε όλη τη διάρκεια του πολέμου ήταν μερικοί ασήμαντοι βομβαρδισμοί από αντιτορπιλικά κατά των θέσεων του Στρατού μας στις Ηπειρωτικές ακτές. Επίσης, Μοίρα αντιτορπιλικών από βάσεις της Δωδεκανήσου βομβάρδισαν κάποια ερημικά παράλια της Σάμου και ακατοίκητες νησίδες της περιοχής. Σε όλες τις περιπτώσεις, δεν  βρέθηκαν δικές μας δυνάμεις σε κοντινή περιοχή και ο εχθρός αποσύρονταν τόσο γρήγορα ώστε δεν ήταν δυνατή η έγκαιρη επέμβαση των αντιτορπιλικών μας.

Οι Στρατιωτικές μεταφορές συνεχίζονται

Οι στρατιωτικές μεταφορές συνεχίστηκαν και τον Δεκέμβριο του 1940 αλλά σε μειωμένη κλίμακα. Τον μήνα αυτόν μεταφέρθηκαν περίπου 18.000 άνδρες και 3.500 ζώα. Με τον ίδιο όμως ρυθμό συνεχίστηκαν οι μεταφορές ανεφοδιασμού από τα Δαρδανέλια. Τα φορτωμένα φορτηγά έπλεαν μεμονωμένα, συγκεντρώνονταν στον Μούδρο και από εκεί σχηματίζονταν νηοπομπές που συνόδευαν αντιτορπιλικά. Οι πλόες σ’ αυτή την οδό, με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν τον χειμώνα, ήταν εξαιρετικά επίπονοι για τα αντιτορπιλικά και το υλικό τους κόπιαζε υπέρμετρα,  ιδίως για τα τύπου «ΥΔΡΑ» που υστερούσαν από άποψη ναυτικών αρετών. Παρ’ όλα αυτά πολύ σπάνιες ήταν οι περιπτώσεις αναστολής πλου λόγω καιρικών συνθηκών, διότι οι διοικητές των συνοδειών επιθυμούσαν να φέρουν σε πέρας τις αποστολές που τους ανέθεταν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του α/τ «ΥΔΡΑ» που στα μέσα Δεκεμβρίου 1940, αφού συνόδευσε δυο φορτηγά στη Θεσσαλονίκη, κατευθύνονταν στον Μούδρο για ανάληψη νέας συνοδείας. Κατά τον πλου δοκιμάστηκε σκληρά από τον καιρό και μόνο όταν υπέστη σημαντικές αβαρίες ο κυβερνήτης του Αντιπλοίαρχος Πεζόπουλος αποφάσισε να ποδίσει στην Αλεξανδρούπολη. Απαιτήθηκε δεκαήμερη παραμονή  του πλοίου σε Ναύσταθμο για επισκευή των βλαβών.

Όταν αραίωσαν οι στρατιωτικές μεταφορές τα μεγάλα αντιτορπιλικά χρησιμοποιήθηκαν για τη συνοδεία επιβατικών που εκτελούσαν τις συγκοινωνίες με τη Χίο, τη Μυτιλήνη και τη Κρήτη.

Νηοπομπές από την Αίγυπτο- Η οργάνωση μικτών νηοπομπών

Από τον Ιανουάριο του 1941 τα μεγάλα αντιτορπιλικά διατέθηκαν για συνοδείες νηοπομπών από την Αίγυπτο, που μέχρι τότε εκτελούνταν μόνο με αγγλικά πολεμικά. Στις 7 Ιανουαρίου απέπλευσαν από τον Πειραιά για το Port Said 11 ελληνικά και αγγλικά φορτηγά κενά φορτίου με τη συνοδεία των αντιτορπιλικών «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», «ΒΑΣ. ΟΛΓΑΣ» και 3 τύπου «ΥΔΡΑΣ». Ήμουν ο Ανώτερος Διοικητής της Συνοδείας(ΑΔΣ), ενώ Διοικητής των Συνοδευόμενων Πλοίων(ΔΣΠ) της νηοπομπής είχε ορισθεί ένας Άγγλος, πλοίαρχος ενός των αγγλικών φορτηγών.

Στις μικτές αυτές συνοδείες οι επιφορτισμένοι με τη ρύθμιση της ναυσιπλοΐας ανώτεροι Βρετανοί αξιωματικοί εξέδιδαν τις οδηγίες πλου  οι οποίες μας κοινοποιούνταν στην μεν Ελλάδα από τον Αρχηγό του Στόλου, στη δε Αίγυπτο από το Βρετανικό Ναυαρχείο.  Με τη διαταγή πλου του ΑΔΣ  δίδονταν λεπτομερείς οδηγίες στα συνοδά και κατά την σύσκεψη των πλοιάρχων πριν τον απόπλου δίδονταν συμπληρωματικές οδηγίες προς τα συνοδευόμενα. Κατά τις αποστολές αυτές ίσχυε ο Αγγλικός Κανονισμός  συνοδειών, που δεν διέφερε πολύ από τον δικό μας, και εφαρμόζονταν ειδικός ελληνο-αγγλικός κώδικας σημάτων. Ο ΑΔΣ ήταν υπεύθυνος για την προστασία της νηοπομπής από κάθε εχθρική ενέργεια, ο δε ΔΣΠ έφερε την ευθύνη της ρύθμισης της πλεύσης. Ο ΑΔΣ ήταν όμως υποχρεωμένος να επέμβει, αν κατά την κρίση του η πλεύση που ακολουθούνταν  ήταν επισφαλής. Για τις σημαντικές νηοπομπές ΔΣΠ της νηοπομπής ορίζονταν έφεδρος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, Βρετανός ή Έλληνας, ενώ για τις λιγότερο σημαντικές ένας από τους πλοιάρχους των εμπορικών. Εφόσον η συνοδεία ήταν Ελληνική και ο ΔΣΠ της νηοπομπής Άγγλος, Έλληνας έφεδρος αξιωματικός του Πολεμικού μας Ναυτικού τοποθετούνταν σαν σύνδεσμος με τον ΔΣΠ.

Πριν ξεκινήσει αυτή η πρώτη μικτή νηοπομπή είχα μερικούς ενδοιασμούς σχετικά με την ευχερή συνεργασία με τον Βρετανό ΔΣΠ. Δεν άργησα όμως να διαπιστώσω ότι αυτός συνδύαζε μεγάλες επαγγελματικές ικανότητες και βαθιά επίγνωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Μόνο σ’ ένα σημείο συνάντησα αρχικά δυσχέρειες που στη συνέχεια αντιμετωπίστηκαν. Η ταχύτητα πλου της νηοπομπής που είχε ορισθεί από την διαταγή είχε ρυθμισθεί με στοιχεία που είχαν δώσει τα ίδια τα πλοία. Τα Ελληνικά όμως φορτηγά είχαν την κακή συνήθεια να αναφέρουν μια θεωρητική ταχύτητα που στη πράξη ήταν αδύνατο να τηρήσουν, λόγω παλαιότητας και κακής κατάστασης των μηχανών ή ακαθαρσιών στα ύφαλα. Την ταχύτητα αυτή, ορθά, σκόπευε να τηρήσει ο ΔΣΠ  της νηοπομπής με αποτέλεσμα όμως τα πλοία που βραδυπορούσαν βαθμιαία να αποχωρίζονται απ’ αυτήν με κίνδυνο να συνεχίσουν τον πλου ασυνόδευτα. Αναγκάστηκα να επέμβω και μετά από ανταλλαγή αρκετών σημάτων η ταχύτητα μειώθηκε και αποκαταστάθηκε η συνοχή της νηοπομπής. Κατά τη νυχτερινή σεληνόφωτη διέλευση από το Στενό Κάσσου- Κρήτης αντιληφθήκαμε τρεις ισχυρές δονήσεις από εκρήξεις, την μια κοντά στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Δεν ήταν αεροπορική προσβολή, ούτε φάνηκε εχθρικό σκάφος και κανένα πλοίο δεν είχε κτυπηθεί από τορπίλη ή νάρκη. Ούτε κάποιο πλοίο της συνοδείας είχε βάλλει βόμβες βυθού κατά εχθρικού υποβρυχίου. Τελικά οι Βρετανικές αρχές στο Port Said έδωσαν την εξήγηση. Επρόκειτο για άγνωστες σε μας τορπίλες που εκρήγνυνταν στο τέλος της διαδρομής, εφόσον δεν προσέκρουαν σε στόχο. Προφανώς είχαν εκτοξευθεί από υποβρύχιο ή τορπιλάκατο που ενέδρευαν πλησίον των ακτών.

Κατά τον πλου ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών μας πληροφόρησε για την κατάληψη της Κλεισούρας από τον νικηφόρο Στρατό μας. Γνωστοποίησα αμέσως το γεγονός στα πλοία και διάταξα την έπαρση μικρού σημαιοστολισμού από τα συνοδά, ανάλογη δε διαταγή έδωσε ο ΔΣΠ στα πλοία της νηοπομπής. Με ενθουσιώδεις εκδηλώσεις υποδέχονται τα συγκεντρωμένα πλήθη Ελλήνων, Άγγλων και Αράβων τα αντιτορπιλικά μας  κατά την άφιξη τους στο Port Said. Η πολεμική ιαχή «αέρα» των αλβανικών βουνών ακούγεται μυριόστομη στη ξένη γη από πανηγυρίζοντες ανθρώπους κάθε φυλής! Αλησμόνητες στιγμές της μακραίωνης ιστορίας μας!

1941 - Port Said

Ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης, Ανώτερος Διοικητής

Ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης στο Port Said

1941 Ανώτερος Διοικητής Αντιτορπιλλικών επι ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ στο ΠΟΡΤ ΣΑΪΝΤ Διοικητής ΝηοπομπήςΑντιτορπιλικών στο Port Said- Ιανουάριος 1941

Ιανουάριος 1941
Η παραμονή στο Port Said παρατάθηκε για λίγες ημέρες προκειμένου να συγκεντρωθούν τα πλοία που θα συνοδεύαμε στον Πειραιά. Κατά το διάστημα αυτό με φροντίδα του Πρόξενού μας κ. Δασκαλόπουλου δόθηκε σειρά δεξιώσεων προς τιμή των επιτελείων των αντιτορπιλικών μας, από τον Αιγύπτιο Διοικητή της πόλης, την Ελληνική παροικία και τις Βρετανικές Ναυτικές Αρχές που μας δέχθηκαν με εξαιρετικές φιλοφρονήσεις. Είχα μάλιστα την ευχαρίστηση να δεχθώ πρόσκληση του Βρετανού Ναυτικού Διοικητή της Ζώνης της Διώρυγας, έφεδρου Αντιναυάρχου Pipon  με τον οποίο είχαμε συν-υπηρετήσει ως Ναυτικοί Ακόλουθοι στο Παρίσι.

Η νηοπομπή προς Πειραιά που απέπλευσε από το  Port Said τη 14η Ιανουαρίου 1941 περιελάμβανε 24 μεγάλα φορτηγά, κυρίως Αγγλικά και Ελληνικά, γεμάτα με πολύτιμο φορτίο, στρατιωτικό υλικό, τρόφιμα και γαιάνθρακες. Την συνοδεία αποτελούσαν 5 Ελληνικά αντιτορπιλικά στα οποία προστέθηκε από το πρωί της 17ης Ιανουαρίου και το Βρετανικό εύδρομο αντιαεροπορικής προστασίας «CALCUTTA». Επίσης μέχρι την Κρήτη μας συνόδευσε και ένα Βρετανικό ναρκαλιευτικό. Διοικητής της νηοπομπής είχε ορισθεί έφεδρος Άγγλος αντιπλοίαρχος που είχε αποστρατευθεί από καιρό και που πρώτη φορά αναλάμβανε τέτοια καθήκοντα. Στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» είχε επιβιβαστεί ο Πλοίαρχος Michel, σύνδεσμος στην Ελλάδα του Βρετανικού Ναυτικού με το δικό μας, ενώ δικός μας έφεδρος αξιωματικός είχε αποσπασθεί ως σύνδεσμος του Διοικητή της νηοπομπής.

Η διατήρηση της συνοχής μιας τόσο μεγάλης νηοπομπής από ανομοιογενή πλοία διαφόρων εθνικοτήτων είναι ιδιαίτερα δυσχερής από μόνη της. Είχαν και πάλι τεθεί στη πρώτη κατά μέτωπο στήλη Αγγλικά σκάφη μεγάλης ταχύτητας ενώ τα Ελληνικά πλοία που ακολουθούσαν δεν μπορούσαν να αναπτύξουν ούτε την ταχύτητα πλου της νηοπομπής που είχε ορισθεί.  Από το ξεκίνημα είχα αντιληφθεί ότι, αν δεν ελαττώνονταν η ταχύτητα πλου, τα πλοία που βραδυπορούσαν θα αποχωρίζονταν και υπέδειξα αυτό στον Διοικητή της νηοπομπής. Απαιτήθηκε ανταλλαγή μακράς σειράς σημάτων για να συμμορφωθεί τελικά. Όμως, την τελευταία ημέρα του πλου και ενώ βρισκόμασταν σε περιοχή όπου εκδηλώνονταν εντατική δράση των εχθρικών υποβρυχίων, θέλησε να πλεύσει ολοταχώς  με τη μεγάλη ταχύτητα των αγγλικών πλοίων για να φθάσει το ταχύτερο στο λιμάνι προορισμού. Επειδή έτσι η νηοπομπή θα χωρίζονταν στα δυο, αναγκάστηκα να πλησιάσω με το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» σε απόσταση φωνής για να του γνωστοποιήσω ότι δεν διέθετα  αρκετά συνοδά και για τα δυο τμήματα της νηοπομπής και θα ήμουνα υποχρεωμένος να αφήσω ασυνόδευτα τα προπορευόμενα. Μόνο μετά από μακρά στιχομυθία και την έντονη επέμβαση του Βρετανού συνδέσμου ο Διοικητής της νηοπομπής αποφάσισε να συμμορφωθεί και να παραμείνει με τα υπόλοιπα πλοία.

Το χειρότερο όμως συνέβηκε την τελευταία νύχτα του πλου όταν, λόγω του πυκνού σκοταδιού και της τήρησης εσφαλμένου στίγματός του, ο Διοικητής της νηοπομπής εξέλαβε το νοτιοδυτικό άκρο της Μήλου για τη νησίδα Φαλκονέρα και ακολούθησε πλεύση που οδηγούσε κατ’ ευθείαν προς τους βράχους Κτένια, νότια της Μήλου. Αρχικά του υπέδειξα με εύσχημο τρόπο τη λανθασμένη πορεία, επειδή όμως επέμενε στην εσφαλμένη αναγνώρισή του αναγκάστηκα να του σημάνω έντονα να απομακρυνθεί από τα βράχια αυτά. Αντιλήφθηκε τότε το σφάλμα του και σήμανε στα πλοία της νηοπομπής άμεση, αθρόα στροφή συνολικά κατά 120˚ που, λόγω και των καιρικών συνθηκών, έφερε τον πλήρη διασκορπισμό της. Από τα χαράματα της επομένης ημέρας και σχεδόν μέχρι το μεσημέρι ασχολούμουν με τα α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» να βρω και συγκεντρώσω τα πλοία που είχαν διασκορπιστεί.  Τα 3 συνοδά τύπου α/τ «ΥΔΡΑ» λόγω του σκληρού καιρού και της πολύ μικρής ορατότητας είχαν αποχωριστεί κατά τη διάρκεια της νύχτας, τα 2 μάλιστα από αυτά είχαν φθάσει μέχρι τη νησίδα Σαν Τζώρτζη, ανακλήθηκαν από μένα τηλεγραφικά. Το εύδρομο «CALCUTTA», που βρισκόταν στο πίσω μέρος της νηοπομπής, μετά τους περίεργους χειρισμούς της είχε χάσει τα ίχνη της. Γύρω στο μεσημέρι μόνο, όταν βελτιώθηκε κάπως ο καιρός, όλα τα πλοία της νηοπομπής και τα συνοδά είχαν ξαναπάρει τις θέσεις τους. Οι ώρες αυτές ήταν για μένα ώρες πραγματικής αγωνίας διότι τα πλοία με το πολύτιμο φορτίο τους είχαν παραμείνει ασυνόδευτα σε περιοχή που σύχναζαν Ιταλικά υποβρύχια.

Κατά το σούρουπο της ίδιας ημέρας, της 18ης Ιανουαρίου 1941, η νηοπομπή εισέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά όπου την περίμεναν με αγωνία. Λίγο πριν τον κατάπλου το «CALCUTTA» μου σήμανε: «Συγχαρητήρια για την ασφαλή άφιξη της αρμάδας σας». Ο Βρετανός Ναυτικός Ακόλουθος στην Αθήνα και τέως Αρχηγός μιας Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα, έφεδρος Υποναύαρχος Turle, όταν πληροφορήθηκε όσα συνέβηκαν από τον Βρετανό Σύνδεσμο, με κάλεσε στο Γραφείο του και παρουσία του Διοικητή της Νηοπομπής με παρεκάλεσε να του τα εξιστορήσω. Στη συνέχεια, σε κατ’ ιδίαν συνομιλία, μου άφησε να εννοήσω ότι δεν επρόκειτο πλέον να ανατεθούν στον διοικητή της Νηοπομπής τέτοια καθήκοντα. Συγχρόνως απέστειλε τηλεγράφημα στον Αρχηγό Γ.Ε.Ν. με το οποίο τον παρακαλούσε  «να με συγχαρεί διότι επιτυχώς απέτρεψα την Α.Ν. 12 Νηοπομπή από τα βράχια Κτένια, την 01.30’ της 18.1.1941» και πρόσθετε στη συνέχεια «θεωρώ ότι η άφιξη χωρίς ατύχημα όλων των πλοίων της νηοπομπής επιμαρτυρεί την οργάνωση και την ικανότητα των Κυβερνητών, Αξιωματικών και πληρωμάτων των συνοδών».

Η αναγνώριση αυτή του έργου των αντιτορπιλικών από αλλοδαπό αλλά κατ’ εξοχήν αρμόδιο πρόσωπο παρότρυνε τον Αρχηγό του Στόλου, που μέχρι τότε δεν είχε δείξει με κάποιον τρόπο ότι αναγνωρίζει το αθόρυβο έργο των πλοίων, να κοινοποιήσει προς τον Στόλο τα συγχαρητήρια με ημερήσια διαταγή και να προσθέσει σ’ αυτή «Εκφράζω συνάμα και την απόλυτη ικανοποίησή μου προς τον Ανώτερο Διοικητή Αντιτορπιλικών και τους υπ’ αυτόν Αξιωματικούς και τα πληρώματα των αντιτορπιλικών για την τόσο επιτυχή εκτέλεση των Συνοδειών, που έτυχε γενικής αναγνωρίσεως και αναμένω την, με την ίδια αποτελεσματικότητα αντιμετώπιση των ολοένα δυσχεραινομένων συνθηκών».

Ειδική Αποστολή του α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ»

Τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου 1941 η επιδείνωση της υγείας του πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά έδωσε λαβή για ένα τελείως διαφορετικής μορφής πλου του α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ». Όταν η κατάσταση του ασθενούς έφθασε σε απελπιστικό σημείο και οι γιατροί δήλωσαν ότι η επιστήμη δεν μπορούσε πια να κάνει τίποτε και μόνον βοήθεια από ψηλά μπορούσε να τον σώσει, κατά παράκληση της οικογένειάς του αποφασίστηκε η μεταφορά από την Τήνο της Ιεράς Εικόνας της Παναγίας. Έτσι, την νύχτα της 28ης Ιανουαρίου έλαβα διαταγή να αποπλεύσω το γρηγορότερο για να μεταφέρω με το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» την Εικόνα, τηρώντας απόλυτη μυστικότητα για να μην γίνει αντιληπτή η σοβαρότητα της καταστάσεως του ασθενούς. Το αντιτορπιλικό ετοιμάστηκε σε ελάχιστο χρόνο και έπλευσε με ταχύτητα 30 μιλίων παρά την σκληρή καιρική κατάσταση. Όταν όμως πλησιάζαμε την Τήνο διαταχθήκαμε να επιστρέψουμε γιατί είχε επέλθει το μοιραίο.

Οι επιχειρήσεις του Φεβρουαρίου 1941

Οι νηοπομπές συνεχίστηκαν τον Φεβρουάριο, συχνά κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, με αυξημένο τον κίνδυνο των εχθρικών υποβρυχίων των οποίων οι εμφανίσεις γίνονταν συχνότερες χωρίς όμως να σημειώνουν και κάποια επιτυχία. Σε σύγκριση με τους προηγούμενους μήνες η απασχόληση των αντιτορπιλικών ήταν κάπως μικρότερη και έτσι παρουσιάζονταν περισσότερες ευκαιρίες για εκτέλεση πυρών. Ακόμα και το θ/κ «ΑΒΕΡΩΦ» άρχισε να εκτελεί πραγματικά πυρά και δίδονταν η εντύπωση ότι ετοιμάζονταν για κάποια επιχείρηση. Πολλοί πίστευαν ότι επρόκειτο να συμμετάσχει σε επιχείρηση του Βρετανικού Στόλου για κατάληψη της Δωδεκανήσου. Όπως εξακριβώθηκε μεταπολεμικά, οι Βρετανοί είχαν επανειλημμένα αντιμετωπίσει την ανάληψη τέτοιας επιχείρησης αλλά δεν βρίσκονταν αρκετές διαθέσιμες δυνάμεις γι’ αυτόν τον σκοπό. Έγινε μόνο μετά την κατάρρευση της Ιταλίας αλλά και τότε κατέληξε σε οικτρή αποτυχία διότι, λόγω ανεπάρκειας των δυνάμεων που διατέθηκαν, τα νησιά που καταλήφθηκαν από τους Βρετανούς ανακαταλήφθηκαν από τους Γερμανούς.

Οι επιχειρήσεις εντείνονται τον Μάρτιο 1941

Αντίθετα, ο Μάρτιος υπήρξε πολύ πιο ενδιαφέρων από απόψεως πολεμικών αποστολών και γεγονότων. Καθώς πλησίαζε η άνοιξη η δράση του εχθρού γίνεται εντονότερη κατά ξηρά, αέρα και θάλασσα. Οι εμφανίσεις υποβρυχίων στο Αιγαίο γίνονται πιο συχνές από ποτέ. Η αεροπορία των Δωδεκανήσων βγαίνει από την χειμερινή της νάρκη.

Το πιο σοβαρό όμως από όλα αρχίζει σαφώς να διαγράφεται στον ορίζοντα, ο μέγας κίνδυνος τον οποίον όλοι διαισθανόμασταν από την πρώτη ημέρα του πολέμου αλλά προσπαθούσαμε να τον αγνοούμε…

Η απόφαση της Βρετανικής Κυβερνήσεως, μετά την είσοδο του Γερμανικού Στρατού στη Βουλγαρία, να μεταφέρει στην Ελλάδα στρατιωτικές δυνάμεις από την Αίγυπτο και μεγάλες ποσότητες στρατιωτικών εφοδίων αύξησε κατά πολύ τις μεταφορές σ’ αυτήν την οδό. Το απαραίτητο στρατιωτικό υλικό που απαιτείτο επειγόντως μεταφέρονταν  με Βρετανικά εύδρομα που έπλεαν με μεγάλη ταχύτητα. Για τα υπόλοιπα σχηματίζονταν νηοπομπές, ορισμένες από τις οποίες ανατέθηκαν στα αντιτορπιλικά μας.

Στις αρχές Μαρτίου ο Αρχηγός του Στόλου με πληροφόρησε ότι επιβάλλονταν η λήψη ορισμένων μέτρων διότι η επέμβαση της Γερμανίας εναντίον μας γινόταν από μέρα σε μέρα πιθανότερη. Στη περίπτωση αυτή η παραμονή μας στο ορμητήριο της Ελευσίνας θα ήταν πιθανώς αδύνατη και θα ήταν επιβεβλημένη η εκλογή βάσεως νοτιότερα και μάλιστα στη Σούδα. Επειδή ο Αρχηγός δεν επιθυμούσε να συγκαλέσει σύσκεψη των Κυβερνητών για να μην δημιουργηθούν ανησυχητικές εντυπώσεις, μου ανέθεσε να καλέσω ιδιαιτέρως κάθε Κυβερνήτη και αφού του ανακοινώσω τα ανωτέρω να δώσω διαταγές τα πλοία να επιβιβάσουν τα ανταλλακτικά, εξαρτήματα και υλικά που παραμένουν κατά την κινητοποίηση στον Ναύσταθμο και παραλαμβάνονται μόνο όταν τα πλοία πρόκειται να απομακρυνθούν για μακρύ διάστημα από την κύριά τους βάση. Επί πλέον έπρεπε να ειδοποιηθεί το προσωπικό να έχει πάντοτε ένδον όλο το ρουχισμό του, ακόμα και τον θερινό, διότι ήταν πιθανό η διαταγή μεθόρμισης να ήταν αιφνίδια.  Επίσης, μετά από εισήγησή μου, ζητήθηκε από το Γ.Ε.Ν. η επίταξη εμπορικού σκάφους για εναποθήκευση και μεταφορά –όταν χρειαστεί- των ογκωδών ανταλλακτικών και ενός άλλου για να παραλάβει από τις αποθήκες ξηράς πυρομαχικά για τα αντιτορπιλικά. Δυστυχώς τα σώφρονα αυτά μέτρα δεν εκτελέστηκαν εγκαίρως, ούτε και μετά την κήρυξη του πολέμου από τη Γερμανία».