Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:
Η πρώτη ημέρα του πολέμου
«Στις 4 το πρωί περίπου της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Διευθυντής της Ραδιοτηλεγραφικής Υπηρεσίας του Ναυτικού με πληροφορούσε τηλεφωνικά ότι η Ιταλία είχε επιδώσει τελεσίγραφο που έληγε στις 6 το πρωί, ότι οι όροι του είχαν απορριφθεί και ότι από αυτήν την ώρα θα βρισκόμασταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Κατέβηκα αμέσως από την Αθήνα στην Ελευσίνα, αφού ζήτησα να ειδοποιηθεί με τον ασύρματο το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» να στείλει λέμβο του για να με παραλάβει. Στην Ελευσίνα συνάντησα κάποιους Κυβερνήτες που περίμεναν και αυτοί να επιβιβασθούν, λέμβος όμως δεν υπήρχε διότι με τη σύγχυση των πρώτων στιγμών το τηλεγράφημα δεν είχε φθάσει στο πλοίο. Η ώρα περνούσε, η μέρα πλησίαζε και ήταν φυσικό την αυγή να γίνει έναρξη των επιχειρήσεων με σφοδρή αεροπορική επίθεση κατά της Πρωτεύουσας, του ναυστάθμου και του ορμητηρίου του Στόλου. Τελικά βρήκαμε μια μικρή ψαρόβαρκα που ειδοποίησε το πλησιέστερο αντιτορπιλικό να στείλει λέμβο του να μας παραλάβει.
Όταν επιβιβάστηκα στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» ήταν ήδη μέρα και είχε περάσει η ώρα λήξης του τελεσιγράφου. Τα πλοία δεν είχαν μάθει την είδηση και επειδή η ναυαρχίδα δεν είχε ακόμα μεθορμιστεί στην Ελευσίνα, ήμουν υποχρεωμένος να πάρω εγώ τα πρώτα πολεμικά μέτρα για τα πλοία στο ορμητήριο. Έστειλα επείγων σήμα στα πλοία να εξοπλίσουν τα αντιαεροπορικά τους μέσα, να βρίσκονται σε κατάσταση αυστηρής επαγρύπνησης από αέρος και διέταξα να ανακληθούν οι άδειες και να ανάψουν τις μηχανές. Αν και πέρασαν αρκετές ακόμα ώρες πριν φθάσει από το Υπουργείο η επίσημη ανακοίνωση της κηρύξεως του πολέμου, δεν ήταν δύσκολο μετά την λήψη των πιο πάνω διαταγών μου να αντιληφθούν τα πληρώματα των πλοίων περί τίνος επρόκειτο…
Ενώ ήμουν απασχολημένος με την έκδοση διαταγών, προσπαθούσα συγχρόνως να ψυχολογήσω από τις φυσιογνωμίες του προσωπικού του α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», την εντύπωση που είχε προκαλέσει το γεγονός. Δεν τους κατείχε ο φρενήρης ενθουσιασμός των Βαλκανικών πολέμων, αντιλαμβανόντουσαν απόλυτα την σοβαρότητα της καταστάσεως και ότι ήταν πολύ πιθανό, λόγω της συντριπτικής υπεροχής του αντιπάλου, να μας περιμένουν μαύρες μέρες. Στο πρόσωπο όμως όλων διακρίνονταν η ακλόνητη απόφαση να μην υποχωρήσουμε μπρος σε καμιά θυσία, προκειμένου να σώσουμε την τιμή των όπλων. Και την απόφαση αυτή αποδείκνυε η εξαιρετική προθυμία και ταχύτητα με την οποία εκτελούνταν όλες οι διαταγές.
Από την ανατολή του ήλιου δεκάδες διόπτρες στα πλοία ερευνούσαν τον ορίζοντα διότι περιμέναμε ότι, από στιγμή σε στιγμή, η Ιταλική αεροπορία που τόσο είχε διαφημιστεί θα εξαπέλυε εναντίον μας εκατοντάδες αεροπλάνα σε διαδοχικά κύματα. Τα ανίσχυρα α/α πολυβόλα των αντιτορπιλικών μας ήταν έτοιμα να μπουν σε δράση, σε περίπτωση προσβολής από χαμηλό ύψος. Τα α/α πυροβολεία της στεριάς είχαν την ευθύνη της προστασίας του ορμητηρίου από προσβολές από μεγάλο ύψος. Η εκπαίδευση των πλοίων στην α/α βολή ήταν πολύ ανεπαρκής, θα αποκτούσαμε πείρα σε συνθήκες πραγματικού πολέμου, αρκεί οι πρώτες επιθέσεις να μην ήταν μοιραίες.Από την αεροπορία μας διώξεως πολύ μικρή προστασία αναμέναμε, γιατί ήταν ολιγάριθμη και ήταν φυσικό να διατεθεί κυρίως στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που μας απασχολούσε από τις πρώτες μέρες του πολέμου, ήταν η έλλειψη επαρκών πυρομαχικών του α/α οπλισμού. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες οδηγίες προς τα πλοία, η χρήση των πυρομαχικών αυτών έπρεπε να γίνεται με μεγάλη φειδώ. Από την κήρυξη του πολέμου οι οδηγίες αυτές έγιναν αυστηρότερες. Δόθηκε η διαταγή να μην γίνεται για κανένα λόγο έναρξη πυρός, πριν βρεθούν τα εχθρικά αεροσκάφη σε απόσταση βολής.
Από τις 8 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 δόθηκαν από την Αθήνα σήματα α/α συναγερμού. Τα πρώτα εχθρικά αεροσκάφη φάνηκαν πάνω από το ορμητήριο του Στόλου κατά τις 9 διωκόμενα από μερικά δικά μας. Μια αερομαχία διεξάγονταν πάνω από το πυροβολείο του Αιγάλεω, που τέθηκε κι αυτό σε δράση. Κάποια στιγμή ένα αεροσκάφος πέταξε πάνω από το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ», δέχθηκε τα πυρά του και απομακρύνθηκε. Είναι πιθανό να έπαιρνε φωτογραφίες του ορμητηρίου. Άλλα πλοία άνοιξαν πυρ κατά αεροσκαφών που πετούσαν σε σχετικά μεγάλο ύψος και αναγκάστηκα να υπενθυμίσω τις διαταγές για φειδώ στα πυρομαχικά. Οι συναγερμοί επαναλήφτηκαν πολλές φορές την ημέρα αυτή, δεν εκδηλώθηκε όμως καμιά προσβολή κατά των πλοίων. Από την πλευρά αυτή η πρώτη ημέρα του πολέμου ήταν αρκετά καθησυχαστική για τον Στόλο. Δεν μπορούσαμε όμως να προβλέψουμε τότε ότι και τις επόμενες ημέρες δεν θα υπήρχαν λόγοι μεγάλης ανησυχίας.
Το μεσημέρι της πρώτης ημέρας του πολέμου ο Αρχηγός του Στόλου με κάλεσε στην Ναυαρχίδα και με διέταξε να αναλάβω με τα αντιτορπιλικά και με κάποιες ναρκοθέτιδες την πόντιση των πεδίων ναρκών, εφαρμόζοντας το σχέδιο ενέργειας που είχα συντάξει στη συνέχεια προγενέστερων διαταγών. Μου γνωστοποιήθηκε συγχρόνως η επιθυμία του Γ.Ε.Ν. όπως, αν είναι δυνατόν, η έναρξη της πόντισης να γίνει αυθημερόν. Απάντησα ότι η έναρξη της εργασίας θα γίνονταν με την παράδοση των ναρκών στα πλοία από την Διεύθυνση Τορπιλών-Ναρκών. Η πόντιση θα πραγματοποιείτο κατά προτίμηση τις νυκτερινές ώρες για να μην διαταραχθεί από αεροπορικές επιθέσεις. Πρόσθεσα ότι θα κάναμε το καλύτερο δυνατόν αλλά, αφού δεν είχε προηγηθεί καμιά σχετική εκπαίδευση των πλοίων, δεν θα ήταν απορίας άξιον αν συνέβαιναν σοβαρές ανωμαλίες.
Η πόντιση των πεδίων ναρκών
Η παράδοση των ναρκών από τον Ναύσταθμο διακόπτονταν από συνεχείς αεροπορικούς συναγερμούς και έτσι ολοκληρώθηκε μόνο το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου. Επωφελήθηκα του χρόνου που μεσολάβησε για να πετύχω μια σχετική οργάνωση των πλοίων και να αναλύσω προφορικά στους κυβερνήτες τον τρόπο ενέργειας. Εξέδωσα συγχρόνως και την πρώτη μου διαταγή επιχειρήσεων με την οποία δίνονταν στα πλοία αναλυτικές οδηγίες. Η πόντιση των ναρκοπεδίων στον Σαρωνικό έγινε τη νύχτα της 29ης προς την 30η Οκτωβρίου. Για το πεδίο Φλεβών – Τούρλου Αίγινας χρησιμοποιήθηκαν ως ναρκοθέτιδες τα αντιτορπιλικά «ΥΔΡΑ» και 3 τύπου «ΛΕΩΝ». Δυο άλλα διατέθηκαν ως ανθυποβρυχιακό προπέτασμα αυτών. Επιβαίνων στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» ηγήθηκα των ναρκοθέτιδων για να τις οδηγήσω στην ακριβή γραμμή πόντισης.
Σε άλλες περιόδους όταν γίνονταν γυμνάσια ποντίσεως ναρκών από Μοίρες ναρκοθέτιδων, αν και εκτελούνταν μέρα, απαιτούνταν πολλές επαναλήψεις μέχρις ότου η πόντιση θεωρηθεί ικανοποιητική. Τώρα έπρεπε να την εκτελέσουν νύχτα κάτω από δυσχερέστερες συνθήκες και χωρίς καμία προηγούμενη εξάσκηση των πλοίων και με ορισμένους κυβερνήτες και ύπαρχους που δεν ήταν κατάλληλοι για τέτοια έργα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες θεωρήθηκε επιτυχής διότι η πόντιση έγινε χωρίς ατύχημα, το ναρκοπέδιο όμως που ποντίστηκε απείχε πολύ από αυτό που προβλέπονταν στο σχέδιο. Παρά τις τόσες προφορικές και έγγραφες οδηγίες μερικά πλοία, ούτε τη γραμμή στην οποία τους οδήγησα ακολούθησαν, ούτε τα κανονικά διαστήματα ποντίσεως τήρησαν αλλά αρκετά παρέμειναν κενά.
Δεν ξαφνιάστηκα που αυτή η πρώτη επιχείρηση των αντιτορπιλικών δεν εκτελέστηκε ικανοποιητικά μετά από τόσες προσπάθειες, αφού όλες οι σχετικές μου προβλέψεις και εισηγήσεις δεν είχαν εισακουστεί. Με συγκεκριμένες πια αποδείξεις επανέλαβα παλαιότερή μου σχετική εισήγηση και πέτυχα, προς το παρόν, την αντικατάσταση ενός κυβερνήτη και δυο υπάρχων. Στην εισήγησή μου ζητούσα και την αντικατάσταση κάποιων άλλων οι οποίοι όμως, παρά τις ζωηρές μου αντιρρήσεις, παρέμειναν για κάποιο διάστημα ακόμα για να αντικατασταθούν μέσα σε ώρες από την Κεντρική Διοίκηση για πολύ σοβαρότερο σφάλμα.
Την ίδια νύχτα και χωρίς καμιά ανωμαλία έγινε η πόντιση του πεδίου νησίδας Μονής – ακτής Μεθάνων από δυο βοηθητικές ναρκοθέτιδες που συνόδευε το α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ». Στη συνέχεια ποντίστηκαν τα πεδία του Ευβοϊκού από βοηθητικές ναρκοθέτιδες που συνόδευαν αντιτορπιλικά της 3ης Μοίρας.
Επιχείρηση υποστήριξης του Ελληνικού Στρατού
Την 31η Οκτωβρίου 1940, ανατέθηκε στα αντιτορπιλικά «ΨΑΡΑ» και «ΣΠΕΤΣΑΙ» η εκτέλεση επιχείρησης βομβαρδισμού των εχθρικών θέσεων στις Ηπειρωτικές ακτές. Η επιχείρηση εκτελέστηκε αιφνιδιαστικά την αυγή και εκπληρώθηκαν οι αντικειμενικοί της σκοποί που ήταν κυρίως ψυχολογικοί. Ο εχθρός αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή ότι το μικρό μας Ναυτικό δεν δίσταζε να προβαίνει σε επιχειρήσεις σε μικρή απόσταση από τις βάσεις του και ο Στρατός μας που πολεμούσε πληροφορήθηκε ότι το αδελφό Όπλο έκανε ό,τι μπορούσε για να τον στηρίξει στο δύσκολο έργο του. Η αιφνιδιαστική επίθεση μείωνε τους κινδύνους καταστροφής των δυο πλοίων μας από τις πολύ ανώτερες εχθρικές δυνάμεις που εξορμούσαν από κοντινές βάσεις. Μπορούσε όμως να θεωρηθεί σχεδόν βέβαιο ότι κατά την επιστροφή των πλοίων η εχθρική αεροπορία θα εξαπέλυε επίθεση για να τα τιμωρήσει για την προκλητική τους ενέργεια. Περιέργως, τα πλοία ανενόχλητα γύρισαν στο ορμητήριό τους.
Το κύριο Έργο του Στόλου – Οι θαλάσσιες μεταφορές
Οι στρατιωτικές μεταφορές ήταν ιδίως εντατικές τις πρώτες βδομάδες του πολέμου. Με την κύρια δύναμη του Στόλου, τα 10 μεγάλα αντιτορπιλικά υπό τις διαταγές μου, θα εξασφαλίζονταν αρχικά οι μεταφορές συγκεντρώσεως των μεραρχιών Αθηνών, Κρήτης, Αρχιπελάγους (μεγάλο μέρος της οποίας είχε ήδη μεταφερθεί τον προηγούμενο Σεπτέμβριο) και στη συνέχεια οι κάθε είδος μεταφορές από τα Νησιά του Αιγαίου. Η ίδια δύναμη έπρεπε να εξασφαλίσει και τον ανεφοδιασμό της Χώρας από το εξωτερικό, ιδίως από την οδό των Δαρδανελίων. Από τον Ιανουάριο του 1941 αναλήφθηκαν και συνοδείες από την Αίγυπτο. Για την προστασία των μεταφορών μέσω των εσωτερικών θαλασσίων οδών Σαρωνικού, Κορινθιακού και Ευβοϊκού θα χρησιμοποιούνταν τα μικρά αντιτορπιλικά και τορπιλοβόλα που είχαν διατεθεί στις Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές.
Το έργο της καλύψεως των μεταφορών στην Ανατολική Μεσόγειο είχε αναληφθεί, από τις πρώτες ημέρες του παγκοσμίου πολέμου, από τον Βρετανικό Στόλο που εξορμούσε από την Αλεξάνδρεια. Με την παρουσία του, δεν ήταν πιθανό βαριά Ιταλικά σκάφη να επιχειρούσαν καταδρομές στο Αιγαίο για να μην αποκοπούν από τις βάσεις τους. Η προστασία των νηοπομπών μας στις εσωτερικές αποστολές ήταν ευθύνη του Ελληνικού Στόλου. Οι Βρετανικές δυνάμεις της Μεσογείου που ήταν και πριν την είσοδό μας στον πόλεμο αριθμητικά ανεπαρκείς, είχαν από τότε επιβαρυνθεί και με μεταφορές από την Αίγυπτο στρατιωτικού υλικού και εφοδίων για λογαριασμό του Ελληνικού Στρατού. Δεν μπορούσαν λοιπόν να διατίθενται και για άλλες ανάγκες μας. Μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις πολύ σημαντικών νηοπομπών διατέθηκε Βρετανικό αντιαεροπορικό εύδρομο για συνοδεία τους.
Ο εχθρός διέθετε σημαντικό αριθμό υποβρυχίων και πολλά από αυτά ενέδρευαν στο Αιγαίο κατά μήκος των συνήθων θαλασσίων οδών. Εχθρικά αεροσκάφη που εξορμούσαν από την Δωδεκάνησο μπορούσαν να πλήξουν τις νηοπομπές μας σε οποιοδήποτε σημείο του Αιγαίου, ενώ νηοπομπές στο Ιόνιο ή προς την Κρήτη ήταν ευάλωτες σε αεροπορικές επιδρομές από την Ιταλία. Τέλος, ελαφρά σκάφη επιφανείας και εύδρομα από την Λέρο, επωφελούμενα της μεγάλης τους ταχύτητας, μπορούσαν να ενεργήσουν καταστρεπτικές επιδρομές χωρίς κίνδυνο να αποκοπούν από τις βάσεις τους. Έπρεπε να αμυνθούμε απέναντι σε όλα αυτά τα εχθρικά όπλα μόνο με τα δικά μας μέσα.
Τα αντιτορπιλικά μας είχαν δυο σοβαρές ελλείψεις για το έργο τους ως συνοδά. Αφενός δεν ήταν εξοπλισμένα με συσκευές εντοπισμού υποβρυχίων, με τις οποίες ήταν εφοδιασμένα τα περισσότερα πλοία του Βρετανικού Ναυτικού. Για την προστασία των νηοπομπών αναγκαζόμασταν να χρησιμοποιούμε τις μεθόδους του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, στηριζόμενοι μόνο στον πλου ελίγδην. Αφετέρου δεν διέθεταν α/α πυροβόλα για την απόκρουση αεροπορικών επιθέσεων από μεγάλο ύψος, τα δε διατιθέμενα α/α πολυβόλα ήταν τα περισσότερα ελαττωματικά και πάθαιναν συχνές βλάβες. Δεν μπορούσανε να περιμένουμε και καμιά υποστήριξη από φιλικά διωκτικά αεροπλάνα. Η μικρή μας αεροπορία ναυτικής συνεργασίας μπορούσε μόνο να διαθέτει ανθυποβρυχιακή συνοδεία από αέρος σε περιοχές κοντά στις βάσεις της. Τα ολιγάριθμα Βρετανικά αεροπλάνα που είχαν σταλεί για ενίσχυσή μας είχαν διατεθεί για τις ανάγκες του στρατιωτικού μετώπου και την προστασία της περιοχής της Πρωτεύουσας.
Η πρώτη πολεμική Νηοπομπή
Στις 31η Οκτωβρίου 1940 μου ανατέθηκε να συνοδεύσω μέχρι τα Δαρδανέλια, με το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και άλλα 2 αντιτορπιλικά, κενά φορτηγά και στη συνέχεια να παραλάβω από τον Μούδρο της Λήμνου τα εμπορικά πλοία που είχαν συγκεντρωθεί εκεί και να τα οδηγήσω στον Πειραιά. Η πρώτη αυτή νηοπομπή είχε αρκετές περιπέτειες. Η διαταγή προέβλεπε πλου μέσω του Ευβοϊκού διότι η οδός από το Στενό του Καφηρέα θεωρείτο πολύ εκτεθειμένη σε επιθέσεις υποβρυχίων. Αφετέρου το Γ.Ε.Ν. επείγονταν τα αντιτορπιλικά να βρίσκονται πίσω στην Ελευσίνα σε ορισμένη ημερομηνία για να αναλάβουν άλλη αποστολή. Όμως, τα παμπάλαια φορτηγά που συνοδεύαμε δεν επέτρεπαν ταχύτητα της νηοπομπής μεγαλύτερη των 4-5 μιλίων. Το γεγονός αυτό και η καθυστέρηση κατά τη δίοδο από το πορθμό του Ευρίπου και τα φράγματα του Ευβοϊκού δεν είχαν ληφθεί επαρκώς υπόψη κατά τον υπολογισμό των χρόνων. Δόθηκε λοιπόν διαταγή να εγκαταλειφθούν τα πλοία που συνοδεύαμε στους Ωρεούς και να πλεύσουν ασυνόδευτα στον προορισμό τους, ενώ τα συνοδά κατευθύνθηκαν με μεγάλη ταχύτητα στον Μούδρο. Όταν πλησιάζαμε στην Λήμνο αποθαλασσώθηκε ένα υδροπλάνο από την βάση που είχαμε εγκαταστήσει εκεί για να αναλάβει την ανθυποβρυχιακή μας προστασία από τον αέρα. Ένα από τα αντιτορπιλικά μας δεν το αναγνώρισε και άρχισε εντατικό πυρ εναντίον του, ευτυχώς ανεπιτυχώς. Οι παρεξηγήσεις αυτές ήταν φυσικές στις πρώτες μέρες του πολέμου, ιδιαίτερα που δεν είχε προηγηθεί αρκετή συνεργασία των Όπλων στις ασκήσεις της ειρηνικής περιόδου.
Αφού παρέλαβα στον Μούδρο τα φορτωμένα φορτηγά, απέπλευσα το ίδιο βράδυ για τον Πειραιά, μέσω του Ευβοϊκού. Όταν πλησιάζαμε στον Ευβοϊκό, λάβαμε διαταγή από το Γ.Ε.Ν. να επισπεύσουμε τον πλου. Επειδή δεν μπορούσα να αναγκάσω τα φορτηγά να αναπτύξουν μεγαλύτερη ταχύτητα, ως μόνη ερμηνεία της διαταγής θεώρησα να ακολουθήσω την κατά πολύ συντομότερη οδό μέσω του Στενού του Καφηρέα και η νηοπομπή έπλευσε προς εκεί. Επειδή όμως έτσι παρέβαινα ρητές προγενέστερες διαταγές, ανέφερα τη νέα μου πορεία στο Γ.Ε.Ν. Μετά από αρκετές ώρες πλεύσης της νηοπομπής στη νέα πορεία, λάμβανα νεώτερη διαταγή να μην περάσω από το Στενό του Καφηρέα. Έκανα αναστροφή και πήρα νέα πορεία για να ακολουθήσω την οδό του Ευβοϊκού. Δημιουργήθηκε έτσι καθυστέρηση πολλών ωρών με αποτέλεσμα να διαταχθούμε και πάλι να εγκαταλείψουμε τα φορτηγά στη Χαλκίδα και να πλεύσουμε ολοταχώς προς τον Πειραιά για την επόμενη αποστολή.
Μετά τις πρώτες ημέρες του πολέμου δεν παρουσιάστηκαν ανάλογες περιπτώσεις γιατί έγινε αντιληπτό ότι η κεντρική διοίκηση έπρεπε να περιορίζεται στη παροχή γενικών κατευθύνσεων και να αναθέτει τις αποφάσεις του τρόπου ενέργειας στους υπεύθυνους εκτελεστές των διαταγών.
Μεταφορές Στρατιωτικών Τμημάτων
Όταν καταπλεύσαμε στο ορμητήριο της Ελευσίνας, ολοκληρώνονταν η επιβίβαση στα πλοία της Μεραρχίας Αθηνών. Αποπλεύσαμε το ίδιο βράδυ με τη συνοδεία της δύναμης όλων των αντιτορπιλικών υπό τον Αρχηγό του Στόλου που επέβαινε στο α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ». Πλεύσαμε δια του Ευβοϊκού προς το λιμάνι του Βόλου, αντί της Θεσσαλονίκης που ήταν ο αρχικός μας προορισμός. Το πέρασμα του Ευβοϊκού έγινε αναγκαστικά με το φως της μέρας. Αν εκδηλώνονταν τότε σοβαρή αεροπορική επίθεση θα μπορούσε να έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα, γιατί τα πλοία αυτής της μεγάλης νηοπομπής πολύ δύσκολα θα μανουβράριζαν για να αποφύγουν τα αεροπορικά πυρά σ’ ένα τόσο στενό θαλάσσιο χώρο. Η εχθρική αεροπορία που είχε αναπτύξει την ημέρα εκείνη μεγάλη δράση κατά δευτερευόντων στόχων σε διάφορες πόλεις, άφησε να της διαφύγει μια μοναδική ευκαιρία… Η αποβίβαση στο Βόλο έγινε με υποδειγματική τάξη και ταχύτητα τις νυχτερινές ώρες και τελείωσε την αυγή. Λίγες ώρες μετά το τέλος της αποβίβασης και τον απόπλου της νηοπομπής, όταν και το τελευταίο στρατιωτικό τμήμα είχε απομακρυνθεί από την παραλία, το λιμάνι του Βόλου δέχθηκε σφοδρή αεροπορική επιδρομή.
Η αίσια άφιξη στον προορισμό της πρώτης αυτής μεγάλης στρατιωτικής νηοπομπής σε συνδυασμό με τα ευχάριστα νέα του μετώπου, συντέλεσαν στο να επικρατήσει πνεύμα μεγάλης αισιοδοξίας στον Στόλο. Ο πόλεμος έπαιρνε ανέλπιστη μορφή, οι ελπίδες αναπτερώνονταν, δεν επιδιώκαμε πια να σώσουμε την τιμή των όπλων αλλά αναζητούσαμε πολύ μεγαλύτερες πολεμικές δάφνες.
Η εντατική χρησιμοποίηση των αντιτορπιλικών συνεχίστηκε μέχρι και τα μέσα Δεκεμβρίου. Κατά το διάστημα αυτό ελάχιστες ήταν οι μέρες που τα πλοία μας δεν βρίσκονταν σε κίνηση. Μια από τις σπουδαιότερες αποστολές στο διάστημα αυτό ήταν η μεταφορά της Μεραρχίας Κρήτης τον Νοέμβριο του 1940. Ένα σημαντικό τμήμα της Μεραρχίας μεταφέρθηκε από τη Σούδα στη Θεσσαλονίκη με δέκα μεταγωγικά την νύχτα της 17ης προς την 18η Νοεμβρίου με τη συνοδεία 8 αντιτορπιλικών υπό την ηγεσία μου. Όταν κατέπλευσα στη Σούδα, βρήκα εγκατεστημένη εκεί αγγλική βάση. Δεν είχαν εκτελεστεί σημαντικά έργα στη βάση, ούτε και εκτελέστηκαν μέχρι τουλάχιστον το τέλος Μαρτίου 1941 όταν την επισκέφθηκα για τελευταία φορά. Είχαν απλώς ληφθεί στοιχειώδη μέτρα άμυνας κατά ελαφρών σκαφών επιφανείας και είχε ποντιστεί ανθυποβρυχιακό φράγμα, που αργότερα ενισχύθηκα και με δεύτερο. Επιπλέον, είχε εγκατασταθεί ένας αριθμός α/α πυροβόλων αεροπορίας διώξεως αλλά, ακόμα, δεν είχε ολοκληρωθεί το αεροδρόμιο κοντά στα Χανιά. Υπήρχαν διαθέσιμα ελάχιστα υδροπλάνα παλαιού τύπου, που χρησιμοποιούνταν συνήθως για εκπαιδευτικούς σκοπούς και που προορίζονταν κυρίως για έρευνα στις προσβάσεις του ορμητηρίου.
Όταν καταπλεύσαμε στη Σούδα, επιβιβάστηκε στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» νεαρός αξιωματικός του Βρετανικού Ναυτικού προκειμένου να συνεννοηθεί μαζί μου για την εκλογή του αγκυροβολίου των αντιτορπιλικών. Επειδή αναμένονταν ο άφιξη πολλών αγγλικών πολεμικών, με παρεκάλεσε τα αντιτορπιλικά μας να αγκυροβολήσουν παραβεβλημένα ανά δυο. Του απάντησα χαμογελώντας ότι το Ναυτικό μας διέθετε 10 συνολικά αντιτορπιλικά και δεν θα επιθυμούσα να πλήττονται ανά ζεύγη από την ίδια βόμβα.. Μετά από συνεννόηση με τον Βρετανό Διοικητή της βάσης, τα αντιτορπιλικά αγκυροβόλησαν μεμονωμένα. Μετά από λίγο κατέπλευσε Μοίρα του Βρετανικού Στόλου, υπό τις διαταγές Υποναυάρχου, που περιλάμβανε και 2 θωρηκτά. Κατά την επίσκεψή μου στον Αρχηγό της Μοίρας, με δέχτηκε με εξαιρετικές φιλοφρονήσεις και εκφράστηκε με ενθουσιασμό για τα κατορθώματα του Στρατού μας και το έργο του Ναυτικού. Ο Ναύαρχος με πληροφόρησε ότι σκοπός του κατάπλου του ήταν η παροχή αντιαεροπορικής προστασίας κατά την επιβίβαση της Μεραρχίας στα πλοία και ότι θα απέπλεε μόλις σκοτείνιαζε. Εξέφρασα τη γνώμη ότι μια αεροπορική επιδρομή ήταν πολύ πιθανή, γιατί και τις δυο προηγούμενες ημέρες είχαν εκδηλωθεί αεροπορικές επιθέσεις. Μου απάντησε γελώντας «εύχομαι να έρθουν γιατί διαθέτουμε στα πλοία και τη ξηρά πάνω από 100 αντιαεροπορικά, να είστε όμως βέβαιος ότι σήμερα δεν θα έρθουν» . Το γενικό κολύμπι των αγγλικών πληρωμάτων που διατάχθηκε το μεσημέρι, δείχνει ότι ειλικρινά πίστευε αυτό.
Επιστρέφοντας από την Βρετανική Ναυαρχίδα βρήκα να με περιμένει στο α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» ο Πλοίαρχος Κυβερνήτης του εύδρομου «COVENTRY». Μου ανακοίνωσε ότι «είχε διαταγές να ζητήσει τις οδηγίες μου προκειμένου να συνοδεύσει την νηοπομπή, ως πλοίο αντιαεροπορικής συνοδείας». Ήταν η πρώτη περίπτωση συνεργασίας μας με τον Βρετανικό Στόλο και το γεγονός ότι πλοίο του κραταιού Ναυτικού που κυβερνούσε ομοιόβαθμός μου ετίθετο προσωρινά υπό τις διαταγές μου, έστω και αν ο τίτλος μου ως Ανωτέρου Διοικητή μου έδινε τυπικά το προβάδισμα, μου προκάλεσε φυσικά αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας. Ο Κυβερνήτης του «COVENTRY» με παρακάλεσε να του γνωρίσω την ώρα απόπλου αλλά δυστυχώς δεν ήμουνα σε θέση να δώσω σαφή απάντηση. Από παρεξήγηση των διαταγών που είχαν δοθεί οι στρατιωτικές αρχές είχαν καθυστερήσει την έναρξη της επιβίβασης που δεν θα ολοκληρώνονταν όπως είχε οριστεί πριν πέσει το σκοτάδι. Επιπλέον, οι αρμόδιοι δεν μπορούσαν να μου γνωρίσουν ώρα περάτωσης. Παρεκάλεσα τον Κυβερνήτη του εύδρομου να είναι έτοιμος για απόπλου από το μεσονύκτιο και να περιμένει σήμα μου. Εξέφρασα την ελπίδα ότι δεν θα αναγκαζόταν να μείνει για πολλή ώρα υπ’ ατμό. Την υπόσχεσή μου αυτή ανακοίνωσα και στον Μέραρχο τονίζοντας ότι επιβάλλονταν να μη διαψευσθεί και αποβιβάστηκα στην προβλήτα επιβίβασης για να σχηματίσω ίδια αντίληψη της προόδου επιβίβασης. Όταν σκοτείνιασε απέπλευσε ο Βρετανικός Στόλος με εξαίρεση το«COVENTRY». Λίγο αργότερα σήμανε αεροπορικός συναγερμός, χωρίς όμως να εκδηλωθεί επίθεση. Τελικά η νηοπομπή απέπλευσε στη μια το πρωί.
Το ελαφρό καταδρομικό “H.M.S. COVENTRY”
Ο σχηματισμός νυχτερινής νηοπομπής που περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό μεταγωγικών και συνοδών παρουσιάζει πολλές δυσκολίες, ιδιαίτερα όταν οι πλοίαρχοι των εμπορικών συμμετέχουν για πρώτη φορά σε παρόμοιες αποστολές. Χάρις όμως στην έμφυτη ιδιοφυΐα και στην εξαιρετική ευσυνειδησία του προσωπικού του εμπορικού μας ναυτικού , οι λεπτομερείς οδηγίες της διαταγής μου πλου είχαν μελετηθεί προσεκτικά και κατανοηθεί και έτσι δεν είχαμε καμιά ανωμαλία.
Ελλείψει συσκευών εντοπισμού υποβρυχίων τα συνοδά πλοία ανέπτυξαν μεγάλη ταχύτητα και «ελίγδην» πλου. Η μέθοδος αυτή που εφαρμόστηκε σ’ όλη τη πολεμική περίοδο ήταν μεν κουραστική για το υλικό και το προσωπικό, αποδείχτηκε όμως αποτελεσματική. Καμιά επίθεση υποβρυχίου δεν εκδηλώθηκε αλλά και η εχθρική αεροπορία δεν μας έδωσε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε σε δράση το αντιαεροπορικό εύδρομο που είχε ήδη πείρα δεκάδων αεροπορικών επιθέσεων.
Σύμφωνα με τις διαταγές που είχαμε, θα περνούσαμε και πάλι απ’ τον Ευβοϊκό. Το Βρετανικό Ναυαρχείο όμως που δεν φανταζόταν ότι ακολουθούσαμε αυτή την οδό, που και εμείς αργότερα εγκαταλείψαμε, είχε δώσει οδηγίες στο «COVENTRY» να μας συνοδεύσει μέχρι το Στενό του Καφηρέα. Έτσι το εύδρομο, κατόπιν εγκρίσεώς μου, αποχωρίστηκε από την νηοπομπή στις προσβάσεις του Νοτίου Ευβοϊκού. Ο πλους συνεχίστηκε χωρίς πρόβλημα μέχρι τις προσβάσεις του Θερμαϊκού, όπου παρέδωσα τα μεταγωγικά στα πλοία της Τρίτης Μοίρας και επέστρεψα μα τα υπόλοιπα αντιτορπιλικά στην Ελευσίνα. Την νύχτα, συναντηθήκαμε στον Θερμαϊκό με μικρή νηοπομπή από την Καβάλα που συνόδευαν πλοία της τοπικής άμυνας και για την παρουσία των οποίων δεν είχαμε ειδοποιηθεί. Μόνο την τελευταία στιγμή και ενώ ήμασταν έτοιμοι να κάνουμε έναρξη πυρός, αναγνωριστήκαμε αμοιβαία. Μετά από αυτό το επεισόδιο, λήφθηκαν μέτρα για να είμαστε πάντα ενήμεροι των κινήσεων των φιλικών δυνάμεων.
Τα πλοία της Τρίτης Μοίρας μετά την αποβίβαση στη Θεσσαλονίκη της στρατιωτικής δύναμης από τη Σούδα, συνόδευσαν τα μεταγωγικά στο Ηράκλειο της Κρήτης μέσω Ευβοϊκού, για να μεταφερθούν από εκεί και άλλα τμήματα της Μεραρχίας. Ενώ παράπλεαν την άκρα Σηπιάδα στο Στενό Σκιάθου – Μαγνησίας, το αντιτορπιλικό «ΑΕΤΟΣ» ανέφερε ότι αντελήφθη περισκόπιο υποβρυχίου και τορπίλη που εκσφενδόνισε αυτό ανεπιτυχώς. Ακολούθησε επίθεση του αντιτορπιλικού κατά του υποβρυχίου με βόμβες βυθού και -με βάση τα στοιχεία που έδωσε ο κυβερνήτης του- το υποβρύχιο θεωρήθηκε απολεσθέν και για την πράξη αυτή απονεμήθηκαν ηθικές αμοιβές. Όπως όμως εξακριβώθηκε στη συνέχεια, η υπέρ-αισιόδοξη γνώμη για απώλεια του υποβρυχίου δεν ήταν δικαιολογημένη. Η Τρίτη Μοίρα επιστρέφοντας από το Ηράκλειο συνοδεύοντας τη στρατιωτική νηοπομπή από το Ηράκλειο στον Πειραιά δεν ενοχλήθηκε από τον εχθρό κινδύνευσε όμως να υποστεί τις τραγικές συνέπειες σφάλματος του Διοικητή της συνοδείας που, λόγω σφάλματος αναγνώρισης της ακτής, οδήγησε τη νηοπομπή νύχτα πάνω από το πεδίο ναρκών των Φλεβών. Τα δυο αντιτορπιλικά που βρίσκονταν επικεφαλής και εφτά μεταγωγικά γεμάτα στρατό πέρασαν πάνω από το ναρκοπέδιο και μόνο δυο μεταγωγικά και τα αντιτορπιλικά της ουράς που αντιλήφθηκαν έγκαιρα το σφάλμα, οδηγήθηκαν με ασφάλεια στον δίαυλο Φλεβοπούλας. Ευτυχώς η τύχη ήταν με το μέρος του Ναυτικού και κανένα πλοίο δεν έπεσε επάνω σε νάρκη. Ίσως η αντικανονική πόντιση των ναρκών σε αραιά διαστήματα να βοήθησε την τύχη! Μετά από αυτό το συμβάν πραγματοποιήθηκαν στην Τρίτη Μοίρα και οι υπόλοιπες αντικαταστάσεις από εκείνες που είχα εισηγηθεί από την περίοδο της κινητοποιήσεως.
Επίθεση εχθρικού υποβρυχίου κατά Νηοπομπής
Με την πάροδο του χρόνου πολλαπλασιάστηκαν οι αναφορές εμφανίσεως υποβρυχίων στις γραμμές που ακολουθούσαν υποχρεωτικά οι νηοπομπές στο Αιγαίο. Σε αρκετές περιπτώσεις εκσφενδόνισαν τορπίλες, πάντοτε όμως ανεπιτυχώς.
Τη νύχτα της 29ης Νοεμβρίου 1940, εχθρικό υποβρύχιο επιτέθηκε κατά νηοπομπής υπό την ηγεσία μου που συνόδευαν 4 αντιτορπιλικά και κατευθύνονταν από τον Πειραιά στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Γύρω στα μεσάνυχτα βρισκόμασταν κοντά στους βράχους Καλόγεροι και σύμφωνα με ειδοποίηση του Γ.Ε.Ν. επρόκειτο εκείνη την ώρα σε εκείνο το σημείο να συναντηθούμε με νηοπομπή με κατεύθυνση από τον Μούδρο προς Πειραιά που συνόδευαν πλοία της Τρίτης Μοίρας. Περιμένοντας τη συνάντηση αυτή, παρακολουθούσα προσεκτικά τον ορίζοντα από τη γέφυρα του α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» όταν από παρατηρητή αναφέρθηκε «ύποπτο αντικείμενο αριστερά από την πλώρη». Αν και η νύχτα ήταν εξαιρετικά σκοτεινή και υπήρχε μεγάλη νέφωση διέκρινα με τα κιάλια σκιά πλοίου που είχε μορφή μικρού φορτηγού, με χαμηλά έξαλα στη μέση και σχετικά ψηλά στη πλώρη, σε απόσταση 1.000 περίπου μέτρων. Ήμουνα σχεδόν βέβαιος ότι επρόκειτο για πλοίου της νηοπομπής από τον Μούδρο. Προληπτικά διέταξα συναγερμό αλλά απέφυγα να κατευθυνθώ αμέσως για εξακρίβωση του ύποπτου πλοίου, όπως θα είχα κάνει σε άλλη περίπτωση, για να αποφύγω δυσάρεστη παρεξήγηση με τα συνοδά της νηοπομπής αυτής. Μετά από 2-3 λεπτά όμως η σκιά εξαφανίστηκε. Θεώρησα ότι αυτό οφείλονταν στο σκοτάδι και έπλευσα προς το ύποπτο πλοίο, όταν το συνοδό α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» που ακολουθούσε το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» άλλαξε απότομα πορεία και έπλευσε με μεγάλη ταχύτητα προς την ίδια κατεύθυνση. Το α/τ «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» ξαναγύρισε στη θέση του για να μην εγκαταλειφθεί η νηοπομπή και από τα δυο συνοδά και παρακολουθούσαμε τις ενέργειες του έτοιμοι να επέμβουμε αν χρειαστεί. Το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» μετά από λίγο εξαφανίστηκε και μετά από αρκετή ώρα ξαναπήρε τη θέση του στη νηοπομπή και ανέφερε ότι ένα υποβρύχιο στην επιφάνεια είχε βάλλει τορπίλη, είχε αμέσως μετά καταδυθεί και τα ίχνη του είχαν χαθεί. Το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» είχε ρίξει βόμβες βυθού που όμως δεν εξερράγησαν γιατί δεν ακούστηκε κρότος εκρήξεων. Είχα πολλές αμφιβολίες αν πράγματι επρόκειτο περί υποβρυχίου γιατί σχετικές ψευδαισθήσεις τη νύχτα είναι συχνές στον πόλεμο.
Την επομένη πείστηκα όμως ότι το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» είχε δίκιο. Ιταλικό ανακοινωθέν πληροφορούσε ότι τη νύχτα εκείνη το υποβρύχιο «DELFINO» είχε βυθίσει με τορπίλη αντιτορπιλικό που συνόδευε νηοπομπή. Και η μεν καταβύθιση του πλοίου ήταν στη φαντασία του Κυβερνήτη του υποβρυχίου, προφανώς όμως επρόκειτο για την επίθεση εναντίον μας μια και καμιά άλλη επίθεση δεν είχε εκδηλωθεί τη νύχτα εκείνη στο Αιγαίο. Φαίνεται ότι όταν αντιληφθήκαμε το υποβρύχιο προεβάλλετο υπό τέτοια γωνία ώστε να μην φαίνεται ο πυργίσκος του ενώ το σχήμα της πλώρης του τύπου των υποβρυχίων αυτών ήταν ιδιόρρυθμο, ψηλό και ογκώδες.
Ήμουνα απαρηγόρητος που μας είχε διαφύγει μια εξαιρετική ευκαιρία διότι αν είχαμε πλεύσει αμέσως προς το υποβρύχιο με τη μεγίστη ταχύτητα υπήρχαν πολλές πιθανότητες να το εμβολίσουμε! Με εισήγησή μου μετά το γεγονός αυτό λήφθηκαν μέτρα να αποφεύγονται τη νύχτα συναντήσεις φιλικών δυνάμεων.»
Ο Πλοίαρχος Μεζεβίρης ζήτησε έγκριση για να διεξάγει έρευνες σε περιοχές των ακτών που ήταν πιθανό την νύχτα να παραμένουν υποβρύχια στην επιφάνεια. Ο Αρχηγός του Στόλου, που αρχικά ήταν επιφυλακτικός, έδωσε την έγκρισή του όταν νηοπομπή που συνόδευε το α/τ «ΒΑΣ. ΟΛΓΑ» δέχθηκε νυχτερινή επίθεση με τορπίλες κοντά στο στενό του Καφηρέα. Όλες όμως οι έρευνες που διεξήχθησαν από τα αντιτορπιλικά «ΒΑΣ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ» και «ΣΠΕΤΣΑΙ» στην ευρύτερη περιοχή ήταν άκαρπες. Παρόμοια τύχη είχαν και οι έρευνες που διεξήχθησαν με άλλες ευκαιρίες στη θαλάσσια περιοχή Σύρου – Τήνου. Φαίνεται ότι τα εχθρικά υποβρύχια είχαν διαταγές, όποτε εκδηλώνουν επίθεση ή γίνονται αντιληπτά να εγκαταλείπουν την περιοχή για κάποιο διάστημα και να αλλάζουν τομέα περιπολίας.