Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης διηγείται:

«Το βράδυ τις 4ης Απριλίου μάθαινα ότι σοβαρά γεγονότα συνέβαιναν στις στρατιωτικές υπηρεσίες του Καΐρου και στις Ταξιαρχίες και ότι στασιαστικά κρούσματα άρχισαν να εκδηλώνονται στον Στόλο. Έτρεξα τότε στο Υπουργείο όπου πληροφορήθηκα γεγονότα πρωτοφανή για το Ναυτικό μας που και η πιο νοσηρή φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει. Στα πλοία και στις ναυτικές υπηρεσίες είχαν συσταθεί Επιτροπάτα ναυτών που περιέφεραν για υπογραφή στα επιτελεία και στα πληρώματα πρωτόκολλα που ζητούσαν τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης του Καΐρου και τη συμμετοχή σε αυτήν της Επαναστατικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. από την Ελλάδα. Καμιά αντίδραση κατά της στασιαστικής αυτής ενέργειας δεν είχε εκδηλωθεί από τη Διοίκηση. Με τη πίεση των Επιτροπάτων, όλα τα πληρώματα υπέγραψαν τα πρωτόκολλα. Από τους αξιωματικούς ορισμένοι υπέγραψαν, όσοι όμως αρνήθηκαν τέθηκαν σε περιορισμό από τα πληρώματά τους.

Ο Αρχηγός του Στόλου, όταν εμφανίστηκαν τα κρούσματα αυτά, κάλεσε σε σύσκεψη τους Διοικητές και τους Κυβερνήτες οι οποίοι δήλωσαν ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει από τα χέρια τους. Θεώρησε τότε  σκόπιμο να εμφανισθεί ως τιθέμενος επικεφαλής της κινήσεως για να μην διακοπεί η εκτέλεση των αποστολών των πλοίων. Για τον σκοπό αυτό ο Αρχηγός του Στόλου Υποναύαρχος Αλεξανδρής εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή:

Κατόπιν της αναγγελίας του σχηματισμού εν Ελλάδι επιτροπής εκπροσωπούσης μαχητικάς οργανώσεις αντιστάσεως κατά του κατακτητού, διεπίστωσα ευχαρίστως ομόφωνον την επιθυμίαν ολοκλήρου του Ναυτικού μας, από του διοικητού και των κυβερνητών μέχρι του τελευταίου ναύτου, όπως η ενταύθα Κυβέρνησις προέλθη το ταχύτερον εις αποτελεσματικήν συνεργασίαν μετά της ως άνω επιτροπής, με σκοπόν την από κοινού συνέχισιν του αγώνος προς απελευθέρωσιν του πατρίου εδάφους. Την γενικήν αυτήν επιθυμίαν διεβίβασα σήμερον επισήμως προς την Κυβέρνησιν. Επειδή μοι εδόθη η διαβεβαίωσις, ότι θα ληφθώσιν αμέσως πάντα τα επιβαλλόμενα μέτρα δια την επίτευξην σχηματισμού Κυβερνήσεως πανελληνίου χαρακτήρος, πιστεύω ότι η προσπάθεια αύτη ταχέως θα καταλήξει εις την εκπλήρωσιν της ομοφώνου επιθυμίας του Ναυτικού, η οποία άλλως τε είναι επιθυμία ολοκλήρου του Έθνους. Κατόπιν των ανωτέρω καλώ πάντας , όπως συνεχίσωμεν ηνωμένοι και απερίσπαστοι το ωραίον έργον, το οποίον το Ναυτικόν μας  επιτελεί επί τρία και πλέον έτη, δια να έχωμεν συντόμως την υπερτάτην ικανοποίησιν να φέρωμεν με τα πλοία την ελευθερίαν εις την Πατρίδα.”

“Στη συνέχεια, με γενικό σήμα, ανακοινώθηκε ότι στάλθηκαν στο Κάιρο τέσσερις ανώτεροι αξιωματικοί για να μεταβιβάσουν υπεύθυνα τις απόψεις του Στόλου και να συνεργαστούν για την πραγματοποίησή τους.

Το μόνο που έχω να παρατηρήσω για τα πιο πάνω είναι ότι δεν είναι αλήθεια ότι εκπροσωπούσαν την ομόθυμη επιθυμία ολόκληρου του Ναυτικού. Οι περισσότεροι αξιωματικοί διαφωνούσαν ριζικά και το απέδειξαν όταν με τα όπλα στα χέρια κατέστειλαν την στάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» όλοι οι αξιωματικοί, με εξαίρεση ένα Σημαιοφόρο, αρνήθηκαν να υπογράψουν το πρωτόκολλο. Το πλήρωμα συνέλαβε τον Κυβερνήτη, τον λαμπρό Πλωτάρχη Φοίφα, τον αποβίβασε και τον έθεσε σε περιορισμό στη στεριά . Στη συνέχεια το πλήρωμα έριξε τους αξιωματικούς στη θάλασσα! Την ίδια τύχη είχε και ο Ύπαρχος, ο Υποπλοίαρχος Κογεβίνας, που ήταν εξαιρετικά αγαπητός στους άνδρες γιατί είχε πέσει σε τρικυμισμένη θάλασσα για να σώσει ναύτη που είχαν αρπάξει τα κύματα! Το καταπληκτικότερο όμως ήταν ότι το α/τ «ΠΙΝΔΟΣ» με νέο Κυβερνήτη και νέο επιτελείο αλλά με το ίδιο πλήρωμα και με το Επιτροπάτο εστάλη για εκτέλεση αποστολής! Το αποτέλεσμα ήταν ότι όταν το πλοίο αναγκάστηκε , δήθεν, να περάσει από την Μάλτα για να αποβιβάσει αξιωματικό που ισχυριζόταν ότι είχε ανάγκη χειρουργικής επέμβασης. Το πλήρωμα του πλοίου ήρθε σε επαφή με τα πληρώματα των πλοίων μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα και συνετέλεσε στο να στασιάσουν και αυτά. Τελικά, όταν το  «ΠΙΝΔΟΣ» έπιασε Ιταλικό λιμάνι το πλήρωμά του ήρθε σε επαφή με το Ιταλικό κομουνιστικό κόμμα, δήλωσε ότι ο πόλεμος είχε τελειώσει και αρνήθηκε να συνεχίσει την πολεμική προσπάθεια.

Ελάχιστα από τα στελέχη, κατώτεροι ιδίως αξιωματικοί και μερικοί υπαξιωματικοί, συμμερίζονταν τις αναρχικές αντιλήψεις των ναυτών. Περίεργο όμως ήταν το φαινόμενο ορισμένων ανώτερων αξιωματικών και μάλιστα Πλοιάρχων που και μετά την εκδήλωση της στάσεως δεν είχαν αντιληφθεί περί τίνος επρόκειτο και υποστήριζαν ότι η αποκατάσταση της τάξης μπορούσε να γίνει μόνο με ήπια μέσα. Θεωρούσαν ακόμα ότι θα έπρεπε να χαλαρωθούν τα πρώτα μέτρα – αποκλεισμός τροφίμων και νερού -που είχαν ληφθεί από τις Βρετανικές αρχές κατά των στασιαστών. Κατά την προσωπική μου γνώμη οι αξιωματικοί αυτοί είχαν πολύ επηρεασθεί από τις ενθουσιώδεις υπέρ του Ε.Α.Μ. εκπομπές του Ραδιοφωνικού Σταθμού του Λονδίνου, σαν τάχα μόνης πραγματικής μαχητικής οργάνωσης αντίστασης στη κατεχόμενη Ελλάδα.

Όταν, μετά την εκδήλωση του κινήματος ο Υπουργός Ναυτικών κατέβηκε από τοΚάιρο στην Αλεξάνδρεια  παρουσιάστηκα και τέθηκα στη διάθεσή του για τηκαταστολή της στάσεως, την οποία θεωρούσα δυνατή μόνο με λήψη βίαιων μέτρων. Ασφαλώς θα θυμήθηκε τότε όσα του έλεγα τόσους μήνες, μου έσφιξε το χέρι και με ευχαρίστησε για τη προσφορά μου. Νέος Αρχηγός Στόλου ανέλαβε στις 21 Απριλίου 1944 ο έφεδρος – για μια ακόμη φορά- Αντιναύαρχος Βούλγαρης με εντολή από την Κυβέρνηση να καταστείλει τη στάση. Ο νέος Αρχηγός απολάμβανε της εμπιστοσύνης του Βασιλιά και της Κυβέρνησης και τον ακολουθούσαν όλοι οι απότακτοι του 1935, με εξαίρεση ορισμένους που είχαν εκδηλώσει συμπάθεια προς τα αιτήματα των στασιαστών. Χωρίς όμως τη συνδρομή εκείνων που ανήκαν στην αντίθετη πολιτική παράταξη, που ήταν πολύ περισσότεροι, δεν θα μπορούσε να πετύχει στην αποστολή του. Όταν ο νέος Αρχηγός με ρώτησε αν ήμουν διατεθειμένος να τον βοηθήσω του απάντησα ότι κατά τη γνώμη μου έπρεπε να γίνει χρήση βίας και ότι θα με είχε συμπαραστάτη του σε κάθε ενέργειά του. Υποσχέθηκα ακόμα ότι το ίδιο θα συμβούλευα και όλους τους αξιωματικούς που από τη πρώτη μέρα των γεγονότων είχαν απευθυνθεί σε μένα για συμβουλές.

Η καταστολή της Στάσης στην Αλεξάνδρεια και το Πορτ Σάιντ

Η πρώτη επιχείρηση για τη κατάληψη των πλοίων που είχαν στασιάσει ορίστηκε για την νύχτα της 22α Απριλίου 1944. Ορισμένοι ανώτεροι αξιωματικοί που, από την όλη στάση τους, δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στους αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στην επιχείρηση, τέθηκαν εκτός υπηρεσίας και απομακρύνθηκαν από την Αλεξάνδρεια. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος ένοπλες ομάδες που περιλάμβαναν αξιωματικούς κάθε βαθμού, ναυτικούς δοκίμους, υπαξιωματικούς, ναύτες, ακόμα και μερικούς αξιωματικούς του Στρατού που παρουσιάστηκαν εθελοντικά. Η επιχείρηση αφορούσε αρχικά τρία πλοία που είχαν στασιάσει: τα αντιτορπιλικά «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ» πλευρισμένα στη μια πλευρά στο Αγγλικό εύδρομο «PHOEBE», που από την άλλη πλευρά ήταν πλευρισμένο σε προβλήτα, και την κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» που ήταν αγκυροβολημένη μακριά από τα άλλα. Λίγο πριν τις 2 το πρωί της 23ης Απριλίου ανεβήκαμε στο Αγγλικό εύδρομο. Στο κατάστρωμα μας είχε παραχωρηθεί η πλευρά προς τα πλοία που είχαν στασιάσει. Στην άλλη πλευρά βρίσκονταν εξοπλισμένα αγγλικά αγήματα, έτοιμα για κάθε ενδεχόμενο. Στην αποβάθρα περίμεναν τραυματιοφορείς και νοσοκομειακά αυτοκίνητα. Η επίθεση είχε οριστεί για τις 2:30 και άρχισε συγχρόνως κατά της κορβέτας «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» και από την προς τη θάλασσαπλευρά των «ΙΕΡΑΞ» και «ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ». Η επίθεση από το εύδρομο καθυστέρησε λίγο. Την παρακολούθησα με τον Αρχηγό του Στόλου από το κατάστρωμα του εύδρομου. Οι στασιαστές δεν αιφνιδιάστηκαν και από τη πρώτη στιγμή άρχισαν εντατικό πυρ. Τα επιτιθέμενα αγήματα με πνεύμα αυτοθυσίας εκτέλεσαν με επιτυχία τις διαταγές. Η αντίδραση των στασιαστών στη κορβέτα  «ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ» ήταν αρχικά πολύ έντονη, γρήγορα όμως άρχισε να κάμπτεται και σε μισή ώρα είχαν παραδοθεί. Στα δυο άλλα πλοία η αντίσταση των στασιαστών ήταν πιο επίμονη και χρειάστηκε σχεδόν μια ώρα μέχρι να παύσουν το πυρ και παραδοθούν. Στην επιχείρηση έλαβαν μέρος περί τους 250 άνδρες. Έπεσαν στο πεδίο της τιμής εφτά: τρεις αξιωματικοί, ο Υποπλοίαρχος Ρουσσέν, ο Ανθυποπλοίαρχος Ρέππας και ο Ανθυπολοχαγός Καββαδίας, ένας αρχικελευστής και τρεις ναύτες. Τραυματίστηκαν περί τους είκοσι, μεταξύ των οποίων ο Πλοίαρχος Κύρης και ο Πλωτάρχης Θεοφανίδης. Τον ίδιο περίπου αριθμό τραυματιών είχαν και οι στασιαστές. Χαρακτηριστικός ήταν ο φανατισμός και η αυτοθυσία των υπαξιωματικών και ναυτών που συμμετείχαν στα αγήματα εφόδου που αποδείκνυε ότι, ευτυχώς, το μίασμα είχε αφήσει αρκετούς από τα πληρώματα υγιείς. Αυτοί θα αποτελούσαν τον πυρήνα για την ανασυγκρότηση του Ναυτικού. Την πετυχημένη αυτή ενέργεια ακολούθησε μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αναίμακτη παράδοση των υπολοίπων πλοίων που είχαν στασιάσει στην Αλεξάνδρεια, του πλωτού συνεργείου «ΗΦΑΙΣΤΟΣ», του α/τ «ΚΡΗΤΗ», ναρκαλιευτικών και βοηθητικών. Αναίμακτα παραδόθηκαν επίσης στο Πορτ Σάιντ το θωρηκτό «ΑΒΕΡΩΦ», έξι αντιτορπιλικά σε εφεδρεία και το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» που καταλήφθηκε με μεγάλη δυσκολία στις 29 Απριλίου του 1944. Παραδόθηκε τέλος το Κεντρικό Προγυμναστήριο που βρίσκονταν σε κεντρική συνοικία στην Αλεξάνδρεια και που η κατοχή του από τους στασιαστές είχε προκαλέσει πολύ δυσμενή σχόλια σε βάρος μας.


Η καταστολή της Στάσης στη Μάλτα (TOP SECRET: Naval Cypher from C.in C. Mediterranean)

Σοβαρές ανωμαλίες είχαν σημειωθεί και στα πλοία μας που ναυλοχούσαν στη Μάλτα, τρία υποβρύχια, το πλοίο συνοδείας υποβρυχίων «ΚΟΡΙΝΘΙΑ», το α/τ «ΣΠΕΤΣΑΙ» που βρίσκονταν σε εφεδρεία και δυο μικρά βοηθητικά. Όλα τα πλοία αυτά βρίσκονταν υπό τις διαταγές Πλοιάρχου, Ανώτερου Διοικητή Υποβρυχίων (Α.Δ.Υ.). Ο Αρχηγός του Στόλου με διέταξε να πάω στη Μάλτα, να αναλάβω προσωρινά τα καθήκοντα Ανωτάτου Ναυτικού Διοικητή, να αποκαταστήσω την τάξη και να εγκαταστήσω τον νέο Α.Δ.Υ., Πλοίαρχο Αντωνόπουλο. Ο Πλοίαρχος που υπηρετούσε στη θέση αυτή είχε συλληφθεί από τον Άγγλο Ναύαρχο και αποσταλεί με συνοδεία στην Αλεξάνδρεια, γιατί δεν είχε δεχτεί να υπηρετήσει υπό τις διαταγές του νέου Αρχηγού του Στόλου.

Έφθασα αεροπορικώς στη Μάλτα στις 26 Απριλίου 1944. Στο αεροδρόμιο με περίμενε ο Βρετανός Αντιναύαρχος και Ανώτατος Διοικητής Μάλτας, ο οποίος, πολύ ανήσυχος για όσα είχαν συμβεί, με οδήγησε αμέσως στο γραφείο του για να με κατατοπίσει. Την προηγούμενη μέρα, μόλις μαθεύτηκε η σύλληψη του Α.Δ.Υ., το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμάτων των πλοίων μας βγήκαν στη στεριά και αρνήθηκαν να επιστρέψουν στα πλοία τους. Συνελήφθηκαν από τις βρετανικές αρχές και κλείστηκαν σε στρατόπεδο. Από συνολικά 456 άνδρες παρέμειναν στα πλοία μόνο οι 172, άλλοι από δική τους πρωτοβουλία και άλλοι κατόπιν εντολής των επιτροπάτων. Προηγουμένως, βρισκόταν στη Μάλτα και το α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ» που επρόκειτο να αναχωρήσει για την Μπιζέρτα για επισκευή. Πριν όμως αποπλεύσει, περί τους 100 άνδρες του αποβιβάστηκαν στη στεριά. Το πλοίο απέπλευσε με τους υπόλοιπους και γι αυτό ο Βρετανός Ναύαρχος μου ανέθεσε να διαβιβάσω στον Κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Νεόφυτο, τα συγχαρητήριά του.

Μόλις πήρα τις πληροφορίες αυτές κάλεσα σε σύσκεψη τον αρχιεπιστολέα του Α.Δ.Υ., Αντιπλοίαρχο Ιατρίδη, τους Κυβερνήτες των πλοίων και τον Άγγλο Αντιπλοίαρχο Baker της Αγγλικής ναυτικής αποστολής στην Ελλάδα που υπηρετούσε από καιρό στην Α.Δ.Υ. Τους ανακοίνωσα ότι επιθυμούσα να ενημερωθώ για την κατάσταση πριν εκδώσω τις διαταγές μου. Αντιλήφθηκα τότε ότι βρισκόμουν μπρος σε ανθρώπους, κατά βάθος νομιμόφρονες,  που βρίσκονταν σε πλήρη παραζάλη. Βρισκόμενοι μακριά από το Κέντρο, έβλεπαν τα πράματα κάτω από το πρίσμα που τα παρουσίαζε ο τέως Α.Δ.Υ., η δε διαταγή του τέως Αρχηγού του Στόλου τους είχε δώσει την εντύπωση ότι επρόκειτο για κίνηση που είχε υιοθετηθεί από ολόκληρο το Ναυτικό. Είχαν υπογράψει τα πρωτόκολλα που τους είχαν παρουσιάσει τα επιτροπάτα χωρίς να είναι σε θέση να εξηγήσουν τους λόγους. Ακόμα και ο αρχιεπιστολέας, αξιωματικός δεξιών φρονημάτων που είχε διακριθεί σαν κυβερνήτης του υποβρυχίου «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ», όταν συνελήφθηκε ο Α.Δ.Υ. είχε εκδώσει ημερησία διαταγή που έδειχνε πλήρη σύγχυση. Για αυτόν τον λόγο αναγκάστηκα να διατάξω την αντικατάστασή του από τον Αντιπλοίαρχο Ζέπο, που είχε έρθει μαζί μου από την Αλεξάνδρεια, και να τον αποστείλω στην Αλεξάνδρεια. Κατέστησα σαφές στους κυβερνήτες  ότι τα πλοία έπρεπε να επανέλθουν στην οδό της νομιμότητας και ότι η περίοδος των επιτροπάτων και των πρωτοκόλλων είχε λήξει ανεπιστρεπτί. Έπρεπε να έχουν υπόψη τους ότι στο μέλλον οι αξιωματικοί θα διαφυλάσσουν την τιμή τους με τα όπλα και ότι όποιος δεν συμφωνεί όφειλε να μου το δηλώσει από τώρα. Αποφάσισα το επόμενο πρωί να επιθεωρήσω επίσημα επί του συνοδού «ΚΟΡΙΝΘΙΑ» τους αξιωματικούς και τους άνδρες που είχαν απομείνει, παρά τους ενδοιασμούς του Βρετανού Ναυάρχου που πήρε κατά τη διάρκεια της επιθεωρήσεώς μου έκτακτα μέτρα στη στεριά. Κατά την επιβίβασή μου δεν παρουσιάστηκε καμιά ανωμαλία και μου απονεμήθηκαν οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό τιμές. Αφού επιθεώρησα τουςπαρατεταγμένους άνδρες, ανεγνώσθη αυστηρή ημερησία μου διαταγή και στηνσυνέχεια άλλη που αφορούσε την εγκατάσταση του νέου Α.Δ.Υ. Στη συνέχεια κάλεσα ιδιαιτέρως όλους τους αξιωματικούς και τους επανέλαβα ότι είχα πει και στους κυβερνήτες. Σε σχετική μου ερώτηση κανείς δεν έφερε αντίρρηση, οπότε δήλωσα ότι τη σιωπή θεωρώ σαν ανεπιφύλακτη αποδοχή των διαταγών μου.

Στη συνέχεια επιχειρήθηκε να επιστρέψουν στην οδό του καθήκοντος εκείνοι που είχαν συλληφθεί και κλειστεί στο στρατόπεδο. Ο Αντιπλοίαρχος Baker τους χώρισε σε τρεις ομάδες, μια των ανδρών του α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟΝ», μια των υποτιθέμενων «καλών» από τους άνδρες του Α.Δ.Υ. και μια των υπολοίπων. Έγινε τότε προσπάθεια να διαβαστούν από τα μεγάφωνα στην ομάδα των «καλών» η ημερησία μου διαταγή και άλλη του νέου Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Αυτοί όμως αρνήθηκαν να ακούσουν και φώναζαν ότι δεν αναγνώριζαν τη νέα Κυβέρνηση. Απέτυχε και προσπάθειά μας να διανείμουμε τις διαταγές αυτές με φυλλάδια. Σε αναφορά μου στον Βρετανό Ναύαρχο ανάφερα ότι οι άνδρες αυτοί έπρεπε να θεωρηθούν στασιαστές και να μεταφερθούν στην Αίγυπτο, καθώς ο ίδιος δεν επιθυμούσε να μείνουν στη Μάλτα. Μια τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει ορισμένους άνδρες των υποβρυχίων, που γνώριζε προσωπικά και θεωρούσε πολύ καλούς, ανέλαβε ο Αντιπλοίαρχος Baker. Πράγματι χάρη στις προσπάθειές του, ίσως και επειδή στο μεταξύ είχαν πληροφορηθεί το οικτρό τέρμα της στάσης στην Αίγυπτο, πολλοί από αυτούς δέχτηκαν να γυρίσουν στις υπηρεσίες τους.

Μετά από παράκληση του Βρετανού Ναυάρχου, στις 29 Απριλίου πήγα αεροπορικώς στη Μπιζέρτα για να εξετάσω τη κατάσταση που επικρατούσε στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ». Ο Κυβερνήτης του, ο Αντιπλοίαρχος Νεόφυτος που ήταν αρχιεπιστολέας μου στο α/τ «ΥΔΡΑ» κατά τη βύθισή του, με δάκρυα στα μάτια μου εξήγησε ότι είχε αναγκαστεί να διατάξει τους αξιωματικούς να υπογράψουν το πρωτόκολλο μετά το γενικό σήμα του τέως Αρχηγού του Στόλου. Ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τη νέα γραμμή και να συνεχίσει τις πολεμικές του αποστολές, μόλις συμπληρωνόταν το πλήρωμά του. Διαβάστηκε η ίδια ημερήσια διαταγή μου, βρήκα σύμφωνους όλους τους αξιωματικούς σε όλα όσα τους είπα και, αφού παρέδωσα στις Βρετανικές Αρχές μικρό αριθμό ανδρών που θεωρούνταν ύποπτοι, επέστρεψα στη Μάλτα. 

Ο Βρετανός Στόλαρχος της Μεσογείου είχε τη πρόθεση να στείλει στη Μάλτα τα αντιτορπιλικά «ΠΙΝΔΟΣ», «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» και «ΜΙΑΟΥΛΗΣ» για εκκαθάριση από τα κακά στοιχεία. Ο Ναύαρχος της Μάλτας με ρώτησε αν οι άνδρες που είχαν παραμείνει στην Α.Δ.Υ. και εκείνοι που υπηρετούσαν στο α/τ «ΝΑΥΑΡΙΝΟ», ενέπνεαν αρκετή εμπιστοσύνη για να χρησιμοποιηθούν γι αυτό το σκοπό. Μελέτησα τη κατάσταση και ανέφερα ότι δεν θεωρούσα τα πληρώματα αυτά κατάλληλα για επανάληψη επιχειρήσεως ανάλογης με εκείνη της Αλεξάνδρειας. Με παρεκάλεσε τότε, να μεταβώ αεροπορικώς στο Αλγέρι, να αναφέρω στον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου την κατάσταση που επικρατούσε στη Μάλτα και στη συνέχεια να μεταβιβάσω τις οδηγίες του στον Αρχηγό του Στόλου μας στην Αλεξάνδρεια. Βρήκα τον Ναύαρχο John Cunningham εξαιρετικά εξοργισμένο και αντιλήφθηκα ότι ήταν αποφασισμένος να βυθίσει κάθε πλοίο μας το οποίο μελλοντικά θα στασίαζε. Διέταξε οι εγκλεισμένοι στο στρατόπεδο να παραμείνουν προσωρινά στη Μάλτα με την ελπίδα ότι αρκετοί θα μετάνιωναν, ενώ οι υπόλοιποι θα μεταφέρονταν αργότερα σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Αφρική. Αποφάσισε ακόμα τα τρία αντιτορπιλικά να μείνουν μακριά από τη Μάλτα, εκτός αν αρνιόνταν να εκτελέσουν αποστολές. Σε τέτοια περίπτωση θα έμπαιναν στην εφεδρεία και θα έληγε η παραχώρησή τους στοΕλληνικό Ναυτικό.

Τα τρία αντιτορπιλικά και τρία αρματαγωγά εξακολούθησαν να εκτελούν πολεμικές αποστολές  αλλά, στα περισσότερα από αυτά, παρέμεναν πυρήνες της στάσεως. Με πολλές δυσκολίες πέτυχε τελικά η εκκαθάριση των πληρωμάτων.»